Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο γεννάται στον αναγνώστη το ερώτημα: το συγκεκριμένο βιβλίο αποτελεί πράγματι βιβλίο θρησκευτικού περιεχομένου; Η απάντηση είναι, κατά την προσωπική μου κρίση, και αρνητική και θετική.
Είναι κατ’ αρχάς αρνητική, γιατί ο συγγραφέας δεν προβαίνει σε κάποιο, έστω και σύντομο, θεολογικό σχολιασμό των γεγονότων. Τα παραθέτει, με το πλούσιο, βεβαίως, συγγραφικό τάλαντο που διαθέτει και, κυρίως, με το δωρικό αλλά και συνάμα λαγαρό ύφος του, χωρίς περιττολογίες που κουράζουν τον αναγνώστη. Η περιγραφή των θαυμάτων γίνεται όπως αυτά έχουν καταγραφεί ή αποτυπωθεί στον ημερήσιο ή περιοδικό Τύπο της εποχής, εμπλουτισμένη, βεβαίως, με ανάλογο σε κάθε περίπτωση φωτογραφικό υλικό. Το κυριώτερο όμως στοιχείο, το οποίο και προσδίδει μεγαλύτερη αξία στο έργο, είναι ότι ο συγγραφέας του εντάσσει τα θαυμαστά γεγονότα που περιγράφει στο ιστορικό, κοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον πλαίσιο της χρονικής περιόδου που αυτά συνέβησαν. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για μία απλή παράθεση γεγονότων αλλά για την ένταξή τους στο ιστορικό γίγνεσθαι και αυτό επιτυγχάνεται μέσα από την πολυεπίπεδη έρευνα του κ. Μίλεση.
Όμως αυτή η κατ’ αρχάς αρνητική απάντηση υποχωρεί καθώς τα θαύματα τα οποία περιγράφει στο βιβλίο του ο κ. Μίλεσης αποτελούν καθαρά θρησκευτικές εμπειρίες. Οι δημοσιογράφοι, τους οποίους χρησιμοποίησε ως πηγή του, κατέγραφαν γεγονότα τα οποία δεν μπορούσαν να εξηγήσουν με την ανθρώπινη λογική ενώ οι άνθρωποι που τα έζησαν, που βίωναν τα θαύματα, πίστευαν και διαλαλούσαν την επίσκεψη του Θεού στη ζωή τους. Η ομολογία τους αυτή, που μας παραπέμπει στους θεραπευθέντες των Ιερών Ευαγγελίων και βρίσκεται σε όλα τα γεγονότα που παρατίθενται στο βιβλίο, αναδεικνύει τα γεγονότα αυτά όχι ως γεγονότα τύχης, αλλά ως εμπειρίες επισκέψεως της Χάριτος του Παναγίου Θεού.
Ο συγγραφέας ξεκινάει την εξιστόρηση των θαυμάτων της πόλεως από τον πολιούχο της, τον Άγιο Σπυρίδωνα και συγκεκριμένα από το μοναστήρι που δέσποζε στην θέση τού σημερινού ναού μέχρι το 1835 και στη συνέχεια τα υπόλοιπα θαύματα παρατίθενται με χρονολογική σειρά.
Τα γεγονότα που παρατίθενται μπορούν να μελετηθούν από πολλές πλευρές και δίνουν τη δυνατότητα σε πολλούς επιστημονικούς κλάδους να εγκύψουν και να ασχοληθούν με αυτά. Εκτός βεβαίως από την προφανή αγιολογική σκοπιά, τα γεγονότα που περιγράφονται μπορούν να μελετηθούν και από ιστορικής, κοινωνιολογικής, ακόμα και λαογραφικής πλευράς.
Το βιβλίο του κ. Στεφάνου Μίλεση με τον τίτλο «Τα θαύματα της πίστεως στον Πειραιά», αποτελεί μία μελέτη - αληθινή συμβολή στην σύγχρονη ιστορία του Πειραιά. Κυρίως, όμως, δείχνει μία διαφορετική όψη αυτής της πόλεως. Γνωρίζουμε όλοι τον Πειραιά ως την πόλη της εργατιάς και της ναυτοσύνης, της προσφυγιάς και της φτώχειας. Στους δρόμους του, πολλές φορές στην ιστορική του πορεία, ακούστηκαν θρήνοι και κοπετοί από τότε που έφθανε η «Πάραλος», «Εν δε ταις Αθήναις της Παράλου αφικομένης νυκτός ελέγετο η συμφορά, και οιμωγή εκ του Πειραιώς διά των μακρών τειχών εις άστυ διήκεν, ο έτερος τω ετέρω παραγγέλλων» (Ξενοφώντος Ελληνικά, Βιβλίο Β΄, Κεφ. 2, §1-4) μέχρι και τις επιδημίες, τα στίφη των Μικρασιατών προσφύγων, τους πολύνεκρους βομβαρδισμούς, τις εκτελέσεις και βεβαίως τα ναυάγια. Όμως σε αυτό το έργο μάς δίνεται μια άλλη εικόνα για τον Πειραιά. Μία εικόνα πίστης, ελπίδας και αναστάσιμης χαράς. Στον Πειραιά αντανακλάται με τον πλέον προσφορώτερο τρόπο, η ιστορία της νεώτερης Ελλάδας.
Αξίζει να αναφερθει ότι τα συγγραφικά έσοδα εκ του βιβλίου, θα διατεθούν από τον κ. Μίλεση υπέρ του ραδιοφωνικού σταθμού "Πειραϊκή Εκκλησία 91,2fm".
Είθε το λαμπρό αυτό βιβλίο να φέρει την πολυπόθητη γαλήνη στις τρικυμισμένες καρδιές των αναγνωστών του, στις δεινές ημέρες που ζούμε, την στιγμή όπου «περιαίρεται πᾶσα ἐλπὶς τοῦ σῴζεσθαι ἡμᾶς» καί «σφοδρῶς χειμαζομένων ἡμῶν» (Πράξ. κζ΄, 20, 18), και βεβαίως να παραδειγματιστούμε από την πίστη και την καρτερία των ανθρώπων που βίωσαν τα θαύματα που περιγράφονται στο βιβλίο.
π. Δ. Ε. Μ.