Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

Προς τους νέους, πώς να ωφελούνται από τα ελληνικά γράμματα (Γ΄ Μέρος)


Άγιος Βασίλειος ο Μέγας

Λόγια και έργα

Όλοι, λοιπόν, σχεδόν οι αξιόλογοι για τη σοφία τους άνθρωποι, άλλος λιγότερο κι άλλος περισσότερο, κι ο καθένας με τον τρόπο του, έχουν εξυμνήσει, στα όσα έγραψαν, την αρετή. Αυτούς πρέπει να πιστεύουμε και να πασχίζουμε να εφαρμόσουμε στη ζωή μας τα λόγια τους. Γιατί όποιος στηρίζει με πράξεις τη φιλοσοφία, που άλλοι την περιορίζουν στα λόγια αυτός μονάχα έχει νου, σαν σκιές οι άλλοι γυροφέρνουν.

Έχουμε, σ’ αυτή την περίπτωση, μια θαυμαστή σε ομορφιά προσωπογραφία και πλάι της το ίδιο πρόσωπο στην πραγματικότητα, εξίσου ωραίο με τήν απεικόνιση του. Υπάρχουν άνθρωποι που με φουσκωμένα λόγια εξυμνούν την αρετή μπροστά στους άλλους, αλλά στη δική τους ζωή προτιμούν την ακολασία από τη σωφροσύνη, την πλεονεξία από το δίκιο. Με τί μοιάζουν αυτοί; Μοιάζουν με τους ηθοποιούς που παίζουν δράματα και παρουσιάζονται στη σκηνή συχνά σαν βασιλιάδες και μεγάλοι άρχοντες, χωρίς να είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο στην πραγματικότητα και, καμιά φορά, ούτε ελεύθεροι πολίτες, αλλά δούλοι. Ο μουσικός θα δεχόταν να μην είναι καλά κουρντισμένη η λύρα του; Ο κορυφαίος του χορού, στην τραγωδία, θα δεχόταν να μην είναι ο χορός εναρμονισμένος μαζί του; Όχι. Υπάρχουν όμως άνθρωποι που θέλουν να διαφωνούν με τον εαυτό τους, κι η ζωή τους να έρχεται σε αντίθεση με τα λόγια τους, να συμβαίνει σ’ αυτούς αυτό που λέγει ο Ευριπίδης· η γλώσσα μου ορκίσθηκε αλλά όχι κι ο νους, και που να θέλουν να φαίνονται κι όχι να είναι στ’ αλήθεια καλοί; Αλλά κάτι παρόμοιο θα ήταν το άκρον άωτο της αδικίας, αν πρέπει να πιστέψουμε στον Πλάτωνα, το να δίνει κανείς την εντύπωση ότι είναι σωστός άνθρωπος και στην πραγματικότητα να μην είναι.

Περικλής, Ευκλείδης, Σωκράτης, Μέγας Αλέξανδρος

Όσα, λοιπόν, λόγια οδηγούν προς το καλό, πρέπει να τα αφομοιώνουμε, όπως είπαμε παραπάνω. Αλλά και σπουδαίες πράξεις των αρχαίων σώθηκαν στη μνήμη ως τις ημέρες μας ή καταγραμμένες στις σελίδες των ποιητών και των πεζογράφων. Ας μη παραμελήσουμε και τη δική τους ωφέλεια. Κάποτε, λόγου χάρη, ένας χυδαίος άνθρωπος έβριζε τον Περικλή, ενώ ο μεγάλος πολιτικός δεν έδινε καμιά σημασία. Όλη τη μέρα ο άνθρωπος εκείνος περιέλουζε με βρισιές τον Περικλή, αλλ’ αυτός έμενε αδιάφορος. Όταν, λοιπόν, έπεσε το βράδυ και σκοτείνιασε κι εκείνος αποκαμωμένος απομακρυνόταν, ο Περικλής, πιστός στην άσκηση της φιλοσοφίας, πρόσταξε να του φωτίσουν το δρόμο που περπατούσε. Μια άλλη φορά, πάλι, ένας άνθρωπος οργισμένος εναντίον του Ευκλείδη, του φιλοσόφου από τα Μέγαρα, τον απείλησε, και μάλιστα με όρκο, ότι θα τον σκότωνε. Αλλά κι ο Ευκλείδης του ορκίσθηκε ότι θα τον ικανοποιούσε και θα τον έβγαζε από την οργή του. Τί σπουδαίο θα ήταν αν όσοι παρασύρονται στο πάθος τού θυμού έφερναν στον νου τους τέτοια περιστατικά! Γιατί δεν πρέπει να πιστεύουμε στην τραγωδία, που διδάσκει ότι η οργή οπωσδήποτε αρματώνει το χέρι εναντίον του εχθρού μας και να ερεθιζόμαστε απ’ αυτή. Κι αν αυτό είναι δύσκολο, πρέπει να χρησιμοποιούμε τη λογική εναντίον της και να της κόβουμε τα φτερά.

Ας γυρίσουμε πάλι στα παραδείγματα σπουδαίων πράξεων. Όρμησε κάποιος εναντίον του φιλοσόφου Σωκράτη και τον χτυπούσε αλύπητα στο πρόσωπο. Αλλά εκείνος δεν έφερε αντίσταση. Άφησε τον μεθυσμένο να χορτάσει την οργή του, ως ότου η όψη του είχε μελανιάσει και πρησθεί από τα χτυπήματα. Όταν το ξύλο σταμάτησε καμιά φορά, ο Σωκράτης έκανε μονάχα αυτό: έγραψε στο μέτωπό του ο τάδε το ‘κανε, όπως επιγράφουν στους ανδριάντες το όνομα του γλύπτη. Ήταν η μόνη του εκδίκηση. Τα παραδείγματα αυτά έχουν σχεδόν την ίδια επιδίωξη με την Αγία Γραφή μας. Γι’ αυτό είπα ότι είναι για την ηλικία σας πολύ αξιομίμητα. Λόγου χάρη, το τελευταίο περιστατικό, εκείνο του Σωκράτη, μοιάζει με ό,τι παραγγέλλει ο Κύριος: αν σε χτυπήσει κανείς στο ένα μάγουλο, στρέψε του και το άλλο, αντί να υπερασπίσεις τον εαυτό σου. Όσο για τα περιστατικά του Περικλή ή του Ευκλείδη, θυμίζουν την εντολή να υπομένουμε όποιους μας κάνουν κακό και να βαστάμε με πραότητα την οργή τους, να μην καταριόμαστε αλλά να απαντάμε με ευχές στους εχθρούς μας.

Όποιος προγυμναστεί στα αρχαία εκείνα παραδείγματα, δεν θα δυσπιστήσει στις εντολές του Ευαγγελίου σαν ακατόρθωτες. Δεν θα λησμονήσω και την πράξη του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που αφού έπιασε αιχμάλωτες τις πανέμορφες, όπως λέγεται, κόρες του Δαρείου, δεν καταδέχθηκε ούτε να τις κοιτάξει, θαρρώντας ντροπή για τον νικητή ανδρών να νικηθεί από γυναίκες. Αυτό συμπίπτει με το ευαγγελικό: όποιος ρίξει βλέμμα επιθυμίας σε γυναίκα, έστω κι αν δεν κάνει μοιχεία στην πράξη, με το να δεχθεί όμως τη μοιχεία στη ψυχή του, είναι ένοχος. Όσο για το παράδειγμα του Κλεινία, μαθητή του φιλοσόφου και μαθηματικού Πυθαγόρα, είναι δύσκολο να παραδεχθούμε ότι τυχαία συμπίπτει με αυτή του φιλοσόφου και μαθηματικού Πυθαγόρα. Τί έκανε ο Κλεινίας; Αν ορκιζόταν, θα γλίτωνε πρόστιμο τριών ταλάντων. Αλλά προτίμησε να πληρώσει αυτό το υπέρογκο ποσό για να μη πάρει όρκο, έστω κι αν ο όρκος θα ήταν αληθινός. Κι αυτό το έκανε, ίσως γιατί άκουσε την εντολή, πού απαγορεύει τον όρκο.

Το τιμόνι της ψυχής

Αλλά ας κάνουμε πάλι πίσω, σε ό,τι έλεγα στην αρχή. Στο ότι δηλαδή δεν πρέπει να τα αφομοιώνουμε όλα χωρίς διάκριση, αλλά μονάχα όσα ωφελούν. Γιατί είναι ντροπή, να απωθούμε τις βλαβερές τροφές, ενώ στα μαθήματα, που είναι η τροφή της ψυχής, να μη δίνουμε καμιά σημασία, αλλά να τα παίρνουμε και να τα καταπίνουμε σαν το ορμητικό ποτάμι. Ο καπετάνιος δεν παρατά το καράβι του όπως λάχει στους ανέμους, αλλά το κατευθύνει προς το λιμάνι. Ο τοξότης σκοπεύει τον στόχο του. Ο χαλκιάς κι ο χτίστης δουλεύουν σύμφωνα με τον προσανατολισμό της δουλειάς τους. Εμείς είμαστε τάχα κατώτεροι απ’ αυτούς τους επαγγελματίες τουλάχιστο στο να ξεχωρίζουμε το συμφέρον μας; Όπως ο επαγγελματίας έχει ένα στόχο στη δουλειά του, έτσι κι η ανθρώπινη ζωή έχει ένα δικό της στόχο. Και σ’ αυτόν έχουν τα μάτια τους όλοι όσοι δεν θέλουν να μοιάζουν με άλογα ζώα. Αλλιώς θα είμαστε το ίδιο πράγμα με πλοία, που δεν έχουν έρμα, το τιμόνι της ψυχής μας δεν θα το μεταχειρίζεται η λογική και θα γυροφέρνουμε μέσα στη ζωή άσκοπα. Στους γυμναστικούς αγώνες και στους μουσικούς επίσης διαγωνισμούς, όποιος λαβαίνει μέρος, έχει υπόψη του το αντίστοιχο στεφάνι. Όποιος αθλείται στην πάλη ή στο παγκράτιο, δεν χάνει τον καιρό του να παίζει κιθάρα ή αυλό.

Παράδειγμα ο χεροδύναμος αθλητής Πολυδάμας, που πριν κατεβεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες, αναχαίτιζε καταμεσής του δρόμου τα άρματα που έτρεχαν και μ’ αυτό τον τρόπο δυνάμωνε τους μυς του. Επίσης ο Μίλων ο Κροτωνιάτης δεν μετατοπιζόταν έξω από το αλειμμένο σκουτάρι κι αντιστεκόταν στο σπρώξιμο όπως τα κολλημένα με μολύβι αγάλματα. Μ’ ένα λόγο, γυμνάζονταν για να είναι έτοιμοι στα αγωνίσματά τους. Ας υποθέσουμε όμως ότι τους έτρωγε η περιέργεια κι άφηναν τον κουρνιαχτό των γυμναστηρίων για τις μελωδίες του Μαρσύα, του αυλητή από τη Φρυγία, και του μαθητή του, του Όλυμπου. Τί θα συνέβαινε τότε; Θα κέρδιζαν τον κότινο; Θα δοξάζονταν; Θα προκαλούσαν τον θαυμασμό με την σωματική τους αλκή; Αλλά ούτε κι ο Τιμόθεος, ο περίφημος αυλητής από τη Θήβα, παράτησε τη μουσική για να χάνει τον καιρό του στις παλαίστρες. Γιατί αν έκανε κάτι τέτοιο, δεν θα μπορούσε να τους ξεπεράσει όλους στην τέχνη των ήχων και να έχει τέτοια ικανότητα σ’ αυτήν, ώστε, ανάλογα με το κέφι του, άλλοτε οιστρηλατούσε τη ψυχή με τη σοβαρή κι αυστηρή αρμονία κι άλλοτε, γλυκαίνοντας τους τόνους, τη χαλάρωνε και την πράυνε. Χάρη στην τέχνη του, καθώς λένε, ακόμα και τον Μέγα Αλέξανδρο, παίζοντας ένα φρυγικό μέλος, τον έκανε να πεταχτεί από το τραπέζι σε πολεμικό συναγερμό κι ύστερα τον ξανάφερε ανάμεσα στους συνδαιτυμόνες του, απαλαίνοντας το μουσικό του παίξιμο. Τόση είναι η δύναμη και στη μουσική και στον αθλητισμό, που δίνει η προσαρμοσμένη στον σκοπό της άσκηση.

Και μια που ο λόγος για στεφάνια κι αθλητές. Τί τραβούν αυτοί οι άνθρωποι! Αυξάνουν τη δύναμή τους με πολύ ιδρώτα και κόπους στα γυμναστήρια. Ο προπονητής τους ακόμα και ξύλο τους δίνει. Η δίαιτά τους δεν είναι καθόλου ζηλευτή. Είναι η γνωστή των γυμναστών. Κι από κάθε άλλη άποψη -για να μη μακρηγορήσουμε- περνούν ζωή δύσκολη, που είναι προετοιμασία για τον αγώνα. Κι αφού έτσι ετοιμασθούν, τότε μπαίνουν γυμνοί στο στάδιο και περνούν όλους τους κόπους και τις λαχτάρες, για να κερδίσουν ένα στεφάνι από ταπεινό χορτάρι και να αναγορευθούν νικητές. Κι εμείς, τώρα, που περιμένουμε τόσο θαυμαστά στον αριθμό και στην αξία στεφάνια, απερίγραπτα με λέξεις, πώς είναι δυνατόν να πετύχουμε με ημίμετρα, με μαλθακή ζωή, με έλλειψη περιορισμών; Αν ήταν έτσι, η αμεριμνησία θα ήταν πολύτιμο πράγμα στη ζωή.

Ό Σαρδανάπαλος, ο Ασσύριος εκείνος βασιλιάς, που ήταν ονομαστός για την τρυφηλή ζωή του, θα έπρεπε να ήταν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος. Επίσης ο Μαργίτης, που καθώς αναφέρει ένα ποίημα αποδινόμενο στον Όμηρο, δεν ήταν ικανός ούτε να οργώνει ούτε να σκάβει ούτε τίποτε άλλο παρόμοιο να κάνει. Αλλά ας κοιτάξουμε μήπως είναι μεγάλη αλήθεια αυτό που είπε ένας από τους εφτά σοφούς, ο Πιττακός, ότι το να γίνει κανείς καλός άνθρωπος είναι δύσκολο πράγμα. Πραγματικά, θ’ αποκτήσουμε με πολλούς κόπους τα αγαθά, που, καθώς προείπαμε, τίποτε το ανθρώπινο δεν τους μοιάζει. Δεν πρέπει, λοιπόν, να είμαστε αμελείς και με λιγόχρονη ακηδία να χάσουμε τις ελπίδες πολύ ακριβών πραγμάτων. Έτσι, θα ήταν σαν να θέλουμε να τιμωρηθούμε και σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο, πράγμα πολύ βαρύ για κάθε συνετό άνθρωπο, άλλα και στα κριτήρια, που υπάρχουν είτε κάτω από τη γη είτε οπουδήποτε άλλου του σύμπαντος. Γιατί, όποιος χωρίς να θέλει δεν ξεπλήρωσε το καθήκον του, ίσως συγχωρηθεί κάπως από τον Θεό. Αλλά όποιος διάλεξε συνειδητά το κακό, είναι εντελώς αδικαιολόγητος και θα τιμωρηθεί απανωτά.

(συνεχίζεται)

Απόδοση στη Νεοελληνική: Βασίλειος Μουστάκης (+)

πηγή