Διερωτάται κανείς αν ο αφορισμός έγινε για να εξυπηρετήσει το Σουλτάνο. Τότε όμως πώς συμβαίνει ο Σουλτάνος Μαχμούτ ο Β΄ να απαγχονίσει σε τόσο καίρια γι’ αυτόν στιγμή έναν πιστό υπηρέτη του; Η αγχόνη του Γρηγορίου του Ε΄ είναι η απόδειξη του Πατριωτισμού του, της Πίστης του, της αυτοθυσίας και της αίγλης του.
Ο G. Finlay σέβεται τη μνήμη του Γρηγορίο του Ε΄ και τον χαρακτηρίζει ως άνθρωπον ενάρετο και ικανό (Γ. Φίνλεϋ, Ιστορία της Ελληνικής επαναστάσεως, σελ. 176).
Άλλωστε ποια σημασία έδωσαν οι Έλληνες στον αφορισμό φαίνεται από το ότι καθόλου δεν υπάκουσαν στο περιεχόμενό του όταν άρχισαν την επανάσταση. Ο Αλ. Υψηλάντης από την 19 Ιανουαρίου 1821 σε επιστολή του προς το Θ. Κολοκοτρώνη, που περιείχε οδηγίες για τον αγώνα προέβλεπε αφορισμό: «Ο μεν Πατριάρχης, βιαζόμενος παρά της Πόρτας σάς στέλλει αφοριστικά και εξάρχους, παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρτα˙ εσείς όμως να τα θεωρήτε ταύτα ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ θελήσεως του Πατριάρχου» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Ιβ΄, Εκδοτική Αθηνών, σελ. 36).
«Ο Πατριάρχης δεν ήτο προδότης ούτε δειλός. Η ζωή του είναι βίος αυταπαρνήσεως και καλωσύνης˙ ήταν ζωή ασκητού και γενναίου. Το γεγονός ότι, παρά τας συστάσεις των φίλων του, να δραπετεύσει και να φύγει, έμεινε στην έδρα του και υπέμεινε τη θυσία και το θάνατο και τον απαγχονισμό, μαρτυρεί τον υπέροχο άνθρωπο και τον άξιο Έλληνα» (Δ. Κόκκινος, Η Ελληνική Επανάστασις, εκδ. οίκος Μέλισσα, τομ. Α΄, σελ. 391).
Ο ίδιος ο Γρηγόριος ο Ε΄ είχε διακηρύξει προς τον επίσκοπο Δέρκων τα εξής όπως τα διασώζει ο αγωνιστής Ν. Σπηλιάδης: «Και εγώ ως κεφαλή του έθνους και υμείς η Σύνοδος, οφείλομεν ν’ αποθάνωμεν διά την κοινήν σωτηρίαν. Ο θάνατος ημών θα δώση το δικαίωμα εις την χριστιανοσύνην να υπερασπίση το έθνος εναντίον του τυράννου» (Ν. Σπηλιάδη, Απομνημονεύματα, τομ. Α΄, σελ. 100) […].