Δευτέρα 13 Μαρτίου 2023

Ευχή εξομολογητική εις την υπεραγίαν Θεοτόκον Αγίου Γρηγορίου Παλαμά

Νεοελληνική απόδοσις: Βασίλειος Σκιαδάς, θεολόγος

Παρθένε Δέσποινα Θεοτόκε, ἡ τὸν Θεὸν Λόγον κατὰ σάρκα γεννήσασα, οἶδα μέν, οἶδα, ὅτι οὐκ ἔστιν εὐπρεπές, οὐδὲ ἄξιον ἐμὲ τὸν οὕτω πανάσωτον εἰκόνα καθαρὰν σοῦ τῆς ἁγνῆς, σοῦ τῆς ἀειπαρθένου, σοῦ τῆς σῶμα καὶ ψυχὴν ἐχούσης καθαρὰ καὶ ἀμόλυντα, ὀφθαλμοῖς μεμολυσμένοις ὁρᾶν καὶ χείλεσιν ἀκαθάρτοις καὶ βεβήλοις περιπτύσσεσθαι, ἢ παρακαλεῖν. Δίκαιον γάρ ἐστιν ἐμὲ τὸν οὕτω πανάσωτον ὑπὸ τῆς σῆς καθαρότητος μισεῖσθαι καὶ βδελύττεσθαι· πλήν, ἐπειδήπερ διὰ τοῦτο γέγονεν ὁ Θεός, ὃν ἐγέννησας, ἄνθρωπος, ὅπως καλέσῃ τοὺς ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν, θαρρῶν κἀγὼ προσέρχομαί σοι μετὰ δακρύων δεόμενος.

Παρθένε Δέσποινα Θεοτόκε εσύ που γέννησες κατά σάρκα το Θεό Λόγο, γνωρίζω ότι δεν είναι ευπρεπές, ούτε άξιο, για μένα τον πανάσωτο, έχοντας ακόμη μολυσμένα μάτια και ακάθαρτα χείλη, να ίδω την εικόνα, σου της Αγνής, της Αειπαρθένου, της εχούσης το σώμα και την ψυχήν καθαρά και αμόλυντα, να την προσκυνώ και να την παρακαλώ. Πιο σωστό είναι για μένα τον άσωτο να μισηθώ και να επιτιμηθώ από τη δική σου καθαρότητα· επειδή όμως ο Θεός τον Οποίον γέννησες, έγινε άνθρωπος για να μας καλέση τους αμαρτωλούς σε μετάνοια, παίρνω και εγώ το θάρρος και προσέρχομαι κοντά σου και σε παρακαλώ με δάκρυα.

Δέξαι μου τὴν παροῦσαν τῶν πολλῶν καὶ χαλεπῶν πταισμάτων ἐξομολόγησιν, καὶ προσάγαγε τῷ μονογενεῖ σου Υἱῷ καὶ Θεῷ, ἱκετηρίαν ποιοῦσα, ὅπως ἵλεως γένηται τῇ ἀθλίᾳ καὶ ταλαιπώρῳ μου ψυχῇ· διὰ γὰρ τὸ πλῆθος τῶν ἀνομιῶν μου κωλύομαι τοῦ πρὸς αὐτὸν ἀτενίσαι καὶ αἰτῆσαι συγχώρησιν. Διὰ τοῦτο σὲ προβάλλομαι πρέσβυν τε καὶ μεσῖτιν, διότι πολλῶν καὶ μεγάλων ἀπολαύσας δωρεῶν παρὰ τοῦ πλαστουργήσαντός με Θεοῦ, ἀμνήμων πάντων φανεὶς ὁ ἄθλιος καὶ ἀχάριστος, εἰκότως παρασυνεβλήθην τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθην αὐτοῖς· πτωχεύων ταῖς ἀρεταῖς, πλουτῶν τοῖς πάθεσιν, αἰσχύνης πεπληρωμένος, παρρησίας θείας ἐστερημένος, κατακρινόμενος ὑπὸ Θεοῦ, θρηνούμενος ὑπὸ Ἀγγέλων, γελώμενος ὑπὸ δαιμόνων, μισούμενος παρὰ ἀνθρώπων, ἐλεγχόμενος ὑπὸ τοῦ συνειδότος, ὑπὸ τῶν πονηρῶν μου πράξεων καταισχυνόμενος, καὶ πρὸ θανάτου νεκρὸς ὑπάρχων, καὶ πρὸ τῆς κρίσεως αὐτοκατάκριτος ὤν, καὶ πρὸ τῆς ἀτελευτήτου κολάσεως αὐτοτιμώρητος ὑπὸ τῆς ἀπογνώσεως τυγχάνων. Διὸ δὴ εἰς τὴν σὴν καὶ μόνην καταφεύγω θερμοτάτην ἀντίληψιν, Δέσποινα Θεοτόκε, ὁ τῶν μυρίων ὀφειλέτης ταλάντων ἐγώ, ὁ ἀσώτως δαπανήσας τὴν πατρικὴν οὐσίαν μετὰ πορνῶν, ὁ πορνεύσας ὑπὲρ τὴν πόρνην, ὁ παρανομήσας ὑπὲρ τὸν Μανασσῆν, ὁ ὑπὲρ τὸν πλούσιον ἄσπλαγχνος γεγονώς, ὁ λαιμαργιῶν δοῦλος, τὸ τῶν πονηρῶν λογισμῶν δοχεῖον, ὁ τῶν αἰσχρῶν καὶ ῥυπαρῶν λόγων θησαυροφύλαξ, ὁ πάσης ἀκαθαρσίας ἔμπλεως καὶ πάσης ἀγαθῆς ἐργασίας ἀλλότριος.

Κάμε δεκτή την εξαγόρευση των πολλών και χαλεπών αμαρτιών μου και φέρε τη μετάνοιά μου στο μονογενή σου Υιό και Θεό, παρακαλώντας τον να λυπηθή την άθλια και ταλαίπωρη ψυχή μου. Γιατί ένεκα του πλήθους των αμαρτιών μου εμποδίζομαι να ατενίσω προς Αυτόν και να ζητήσω συγχώρηση. Γι' αυτό σε προβάλλω ως πρέσβη και μεσίτρια, γιατί ενώ απόλαυσα πολλών και μεγάλων δωρεών παρά του δημιουργήσαντός με Θεού, τις ξέχασα όλες, ο άθλιος και αχάριστος, ομοιωθείς έτσι με τα ανόητα κτήνη· πτωχεύοντας στις αρετές, και πλουτώντας στα πάθη, γεμάτος ντροπή και στερημένος από τη θεία παρρησία, έχω κατακριθεί από το Θεό, και γι' αυτό θρηνούν για μένα οι Άγγέλοι, και χαίρονται οι δαίμονες. Μισούμαι από τους ανθρώπους, ελεγχόμενος υπό της συνειδήσεως, γεμάτος ντροπή για τα πονηρά μου έργα, νεκρός πριν το θάνατό μου, και πριν την κρίση αυτοκατάκριτος, και πριν από την ατελεύτητη κόλαση αυτοτιμωρούμενος από την απόγνωση. Γι' αυτό καταφεύγω μόνο στη δική σου και μόνη βοήθεια, Δέσποινα Θεοτόκε, ο οφειλέτης μυρίων ταλάντων, εγώ που σπατάλησα την πατρική περιουσία με πόρνες, που φέρθηκα χειρότερα και από την πόρνη, που παρανόμησα πιο πολύ από τον Μανασσή, που έγινα άσπλαγχνος περισσότερο και από τον πλούσιο, ο λαίμαργος δούλος, το δοχείο των πονηρών λογισμών, ο φύλακας των αισχρών και ρυπαρών λόγων, ο γεμάτος με κάθε ακαθαρσία, ο ξένος κάθε αγαθού έργου.

Ἐλέησόν μου τὴν ταπείνωσιν, οἰκτείρησόν μου τὴν ἀσθένειαν. Μεγάλην ἔχεις πρὸς τὸν ἐκ σοῦ τεχθέντα τὴν παρρησίαν, ὡς οὐδεὶς ἕτερος. Πάντα δύνασαι, ὡς Θεοῦ Μήτηρ. Πάντα ἰσχύεις, ὡς πάντων ὑπερέχουσα κτισμάτων. Οὐδέν σοι ἀδυνατεῖ, ἐὰν θελήσῃς μόνον. Μὴ τὰ δάκρυά μου παρίδῃς· μὴ βδελύξῃ μου τὸν στεναγμόν· μὴ ἀπώσῃ μου τὸν ἐγκάρδιον πόνον· μὴ καταισχύνῃς μου τὴν εἰς σὲ προσδοκίαν· ἀλλὰ ταῖς μητρικαῖς σου δεήσεσι τὴν τοῦ ἀγαθοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ σου ἀβίαστον βιασαμένη εὐσπλαγχνίαν, ἀξίωσόν με τὸν ταλαίπωρον καὶ ἀνάξιον δοῦλόν σου τὸ πρῶτον καὶ ἀρχαῖον ἐπαναλαβεῖν κάλλος τῆς ψυχῆς, τὴν τῶν παθῶν ἀμορφίαν ἀποβαλεῖν, ἐλευθερωθῆναι ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας, δουλωθῆναι τῇ δικαιοσύνῃ, ἐκδύσασθαι τὸν μιασμὸν τῆς σαρκικῆς ἡδονῆς, ἐνδύσασθαι τὸν ἁγιασμὸν τῆς ψυχικῆς καθαρότητος, νεκρωθῆναι τῷ κόσμῳ, ζῆσαι τῇ ἀρετῇ· ὁδοιποροῦντί μοι συνοδεύουσα, ἐν θαλάσσῃ πλέοντι συμπλέουσα, ἀεὶ πολεμοῦντάς με δαίμονας νικῶσα, ἀγρυπνοῦντά με ἐνισχύουσα, ὑπνοῦντα διαφυλάττουσα, θλιβόμενον παραμυθουμένη, ὀλιγοψυχοῦντα παρακαλοῦσα, ἀσθενοῦντα ῥωννύουσα, ἀδικούμενον ῥυομένη, συκοφαντούμενον ἀθωοῦσα, εἰς θάνατον κινδυνεύοντα συντόμως προφθάνουσα, φοβερόν με ὁρατοῖς ἐχθροῖς καὶ ἀοράτοις δεικνύουσα καθ᾿ ἑκάστην, ἵνα γνώσωσι πάντες οἱ ἀδίκως τυραννοῦντές με δαίμονες τίνος δοῦλος ὑπάρχω.

Ελεήσέ μου την ταπείνωση και λυπήσου την ασθένειά μου. Συ μόνο έχεις τόσο μεγάλη παρρησία προς τον εκ σου τεχθέντα και κανείς άλλος. Τα πάντα μπορείς ως Μητέρα του Θεού. Για όλα έχεις την ισχύ ως υπερέχουσα όλων των κτισμάτων. Τίποτα δεν σου είναι αδύνατο, αρκεί να το θελήσεις. Μην παραβλέψης τα δάκρυά μου, μην αηδιάσης το στεναγμό μου, μην αποστραφής τον πόνον της καρδιάς μου, μην ντροπιάσης την προσδοκίαν μου σε σένα, αλλά με τις μητρικές σου παρακλήσεις απόσπασε για μένα την ευσπλαγχνία του αγαθού Υιού σου και Θεού και αξίωσέ με τον ταλαίπωρο και ανάξιο δούλό σου να ξαναβρώ το αρχαίο προπτωτικό κάλλος της ψυχής, να αποβάλω την ασχήμια των παθών, να απελευθερωθώ από τα δεσμά της αμαρτίας και να γίνω υπηρέτης της δικαιοσύνης, να εκδυθώ το μόλυσμα της σαρκικής ηδονής και να ενδυθώ τον αγιασμό της ψυχικής καθαρότητας, να νεκρωθώ για τον κόσμο και να ζήσω μέσα στην αρετή. Συνοδοιπόρησε και σύμπλευσε μαζί μου, στις αγρυπνίες ενίσχυσέ με, παρηγόρησέ με στις θλίψεις, για τις ολιγοψυχίες μου παρακάλεσε, δώρισέ μου την θεραπεία των ασθενειών, λύτρωσέ με από τις αδικίες, από τις συκοφαντίες αθώωσέ με, στο θανάσιμο κίνδυνο σπεύσε σε βοήθειά μου. Ανάδειξέ με καθημερινά ισχυρό στους αόρατους εχθρούς μου, για να μάθουν όλοι οι δαίμονες που άδικα με τυραννούν ποιανού είμαι δούλος.

Ναί, ὑπεραγία μου Δέσποινα Θεοτόκε, ἐπάκουσόν μου τῆς οἰκτροτάτης ταύτης δεήσεως, καὶ μὴ καταισχύνῃς με ἀπὸ τῆς προσδοκίας μου, ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς. Τὸν βρασμὸν τῆς σαρκός μου κατάσβεσον· τὸν ἐν τῇ ψυχῇ μου ἐγειρόμενον ἀγριώτατον κλύδωνα τοῦ ἀκαίρου θυμοῦ καταπράϋνον· τὸν τῦφον καὶ τὴν ἀλαζονείαν τῆς ματαίας νεότητος ἐκ τοῦ νοός μου ἀφάνισον· τὰς νυκτερινὰς φαντασίας τῶν πονηρῶν πνευμάτων καὶ τὰς καθημερινὰς τῶν ἀκαθάρτων ἐννοιῶν προσβολὰς ἐκ τῆς καρδίας μου μείωσον· παίδευσόν μου τὴν γλῶτταν λαλεῖν τὰ συμφέροντα· δίδαξον τοὺς ὀφθαλμούς μου τοῦ βλέπειν ὀρθῶς τῆς ἀρετῆς τὴν εὐθύτητα· τοὺς πόδας μου τρέχειν ἀσκελίστως ποίησον τὴν μακαρίαν ὁδὸν τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ· τὰς χεῖράς μου ἁγιασθῆναι παρασκεύασον, ἵνα ἀξίως αἴρωνται πρὸς τὸν Ὕψιστον· κάθαρόν μου τὸ στόμα, ἵνα μετὰ παρρησίας ἐπικαλέσωμαι Πατέρα τὸν φοβερὸν Θεὸν καὶ πανάγιον. Ἄνοιξόν μου τὰ ὦτα, ἵνα ἀκούσω αἰσθητῶς καὶ νοερῶς τὰ γλυκύτερα μέλιτος καὶ κηρίου τῶν ἁγίων Γραφῶν λόγια· δεχόμενος ποιῶ αὐτὰ ὑπὸ σοῦ κραταιούμενος.

Ναί, υπεραγία μου Δέσποινα Θεοτόκε, επάκουσε την οικτρή δεήσή μου, και μη ντροπιάσης την προσδοκία μου, συ που (μετά το Θεό) είσαι η ελπίδα πάντων των περάτων της γης. Το βρασμό της σάρκας μου κατάσβεσε, την αγριώτατη ταραχή της ψυχής μου κατεύνασε, τον πικρό θυμό μου καταπράϋνε, τον τύφο και την αλαζονία της μάταιας οιήσεως αφάνισε από το νού μου. Μείωσε τις νυκτερινές φαντασιώσεις των πονηρών πνευμάτων, καθώς και τις καθημερινές των ακάθαρτων εννοιών προσβολές από την καρδιά μου. Διαπαιδαγώγησε τη γλώσσα μου για να λέει τα συμφέροντα. Δίδαξε τα μάτια μου να βλέπουν σωστά την οδό της αρετής. Ενίσχυσε τα πόδια μου για να βαδίζουν την μακαρία οδό των εντολών του Θεού. Τα χέρια μου αγίασε για να τα σηκώνω επάξια στον Ύψιστο. Καθάρισε το στόμα μου, για να επικαλούμαι με παρρησία ως Πατέρα τον πανάγιο και φοβερό Θεό. Άνοιξε τα αυτιά μου, για να ακούω, καταλαβαίνω και εφαρμόζω τα λόγια των Αγίων Γραφών, που είναι πιο γλυκά από το κερί και το μέλι, ενισχυόμενος από εσέ.

Δός μοι καιρὸν μετανοίας καὶ λογισμὸν ἐπιστροφῆς. Αἰφνιδίου με ἐλευθέρωσον θανάτου. Κατακεκριμένου με συνειδότος ἀπάλλαξον. Τέλος παράστηθί μοι ἐν τῷ χωρισμῷ τῆς ταπεινῆς μου ψυχῆς ἐκ τοῦ ἀθλίου τούτου σώματος, τὴν ἀφόρητον ἐκείνην ἐλαφρύνουσα βίαν, τὸν ἀνέκφραστον ἐκεῖνον ἐπικουφίζουσα πόνον, τὴν ἀπαραμύθητον ἐκείνην παραμυθουμένη στενοχωρίαν, τῆς σκοτεινῆς με τῶν δαιμόνων λυτρουμένη μορφῆς, τοῦ πικροτάτου λογοθεσίου τῶν τελωνῶν τοῦ ἀέρος καὶ τῶν ἀρχόντων τοῦ σκότους ἐξαίρουσα, τὰ χειρόγραφα τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν διαρρήσουσα, τῷ Θεῷ με οἰκειοῦσα, τῆς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ καὶ μακαρίας στάσεως, τῆς ἐν τῷ φοβερῷ κριτηρίῳ, καταξιοῦσα, τῶν αἰωνίων καὶ ἀνυποίστων ῥυομένη κολάσεων, τῶν ἀοιδίμων καὶ ἀκηράτων ἀγαθῶν ποιοῦσα κληρονόμον.

Δώσε μου καιρό μετανοίας, και λογισμό επιστροφής. Φύλαξέ με από τον αιφνίδιο θάνατο. Απάλλαξέ με από την κατάκριση της συνειδήσεως. Τέλος παραστάσου κοντά μου κατά το χωρισμό της ψυχής μου από το άθλιο μου σώμα, για να ελαφρύνης έτσι την αφόρητη αυτή βία, να ανακουφίσης τον ανέκφραστον πόνον, και να παρηγορήσεις την απαραμύθητη στενοχώρια μου. Λύτρωσέ με από τη σκοτεινή μορφή των δαιμόνων, παραμερίζουσα τον άρχοντα του σκότους και σχίζουσα τα χειρόγραφα των πολλών μου αμαρτιών. Φέρε με σε οικειότητα με το Θεό και αξίώσέ με να βρεθώ στα δεξιά Του, κατά την ώρα της φοβερής κρίσεως, και να με κάμης κληρονόμο των αιωνίων και άφθορων αγαθών.

Ταύτην σοι προσφέρω τὴν ἐξομολόγησιν, Δέσποινα Θεοτόκε, τὸ φῶς τῶν ἐσκοτισμένων μου ὀφθαλμῶν, ἡ παραμυθία ἐμῆς ψυχῆς, ἡ μετὰ Θεόν μου ἐλπὶς καὶ προστασία· ἣν εὐμενῶς πρόσδεξαι, καὶ καθάρισόν με ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἀξιοῦσά με ἐν τῷ παρόντι αἰῶνι ἀκατακρίτως μετέχειν τοῦ ἀχράντου σώματος καὶ αἵματος τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ σου, ἐν τῷ μέλλοντι δὲ τῆς γλυκύτητος τοῦ οὐρανίου δείπνου, τῆς τρυφῆς τοῦ παραδείσου, τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἔνθα πάντων ἐστὶν εὐφραινομένων ἡ κατοικία. Καὶ τούτων τυχὼν τῶν ἀγαθῶν ὁ ἀνάξιος, δοξάσω εἰς αἰῶνα αἰῶνος τὸ πάντιμον καὶ μεγαλοπρεπὲς ὄνομα τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ σου, τοῦ δεχομένου πάντας τοὺς ἐξ ὅλης μετανοοῦντας ψυχῆς, διὰ τὸ σὲ γενομένην πάντων τῶν ἁμαρτωλῶν μεσῖτιν καὶ ἐγγυήτριαν, καὶ διὰ σοῦ, πανύμνητε καὶ ὑπεράγαθε Δέσποινα, περισῴζεται πᾶσα βροτεῖα φύσις, αἰνοῦσα καὶ εὐλογοῦσα Πατέρα καὶ Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, τὴν παναγίαν Τριάδα καὶ ὁμοούσιον, πάντοτε, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Αυτή την εξομολόγησή μου απευθύνω σε σένα Δέσποινα Θεοτόκε, το φως των εσκοτισμένων μου οφθαλμών, η παραμυθία της ψυχής μου, η μετά τον Θεόν ελπίς και προστασία μου, την οποία εξομολόγησή μου δέξου ευμενώς και καθάρισέ με από κάθε μολυσμό σαρκός και πνεύματος. Αξίωσέ με εν όσω ζω να κοινωνώ χωρίς κατάκριση, το πανάγιο και πανάχραντο Σώμα και Αίμα του Υιού σου και Θεού, και στο μέλλον να συμμετάσχω στη γλυκυτάτη ουράνια τροφή του Παραδείσου, όπου βρίσκεται όλων των ευφραινομένων η κατοικία. Αυτών των αγαθών ελπίζοντας να τύχω κι εγώ ο ανάξιος, δοξάζω στους αιώνες των αιώνων το πάντιμο και μεγαλοπρεπές όνομα του Υιού και Θεού σου, που δέχεται όλους όσους μετανοούν ειλικρινά, χάρις σε σένα που είσαι μεσίτρια και εγγυήτρια όλων των αμαρτωλών, γιατί χάρις σε σένα πανύμνητε και υπεράγαθε Δέσποινα, σώζεται ολόκληρη η ανθρωπίνη φύση, που αινεί και ευλογεί τον Πατέρα τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα, την Παναγία και ομοούσια Τριάδα, τώρα και πάντοτε στους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

 πηγή