Παρασκευή 12 Μαρτίου 2021

Άγιος Γρηγόριος ο Μέγας ή Διάλογος, Πάπας Ρώμης

Πριν το θλιβερό, για όλη την Χριστιανοσύνη, Σχίσμα του 1054, η Δυτική Εκκλησία είχε αναδείξει πλήθος αγίων ανδρών και γυναικών, επισκόπων, πρεσβυτέρων, διακόνων, μοναχών και λαϊκών . Πλήθος αγίων μορφών από την Γηραιά Αλβιόνα μέχρι την Νότια Ιταλία και από την Σκανδιναβία μέχρι την Ιβηρική χερσόνησο κοσμούν το Συναξάρι της Εκκλησίας και δεν γνωρίζουμε τίποτα γι αυτούς ή νομίζουμε εσφαλμένα ότι λόγω του Σχίσματος, δεν υπάρχουν άγιοι προερχόμενοι από την Δυτική Εκκλησία, παρολ’ αυτά και αυτοί όπως και οι δικοί μας Άγιοι, βρίσκονται κοντά στον Θρόνο του Υψίστου, στην Θριαμβεύουσα Εκκλησία και πρεσβεύουν απαύστως για εμάς, τα μέλη της Στρατευομένης . Ένας από τους αγίους της Δύσεως είναι και ο Άγιος Γρηγόριος ο Μέγας ή Διάλογος, Πάπας Ρώμης . 

Γεννήθηκε το 540 μ.Χ. στην Ρώμη, γόνος πλούσιας αριστοκρατικής οικογένειας . Οι γονείς του, Γορδιανός και Σίλβια καθώς και οι δύο αδερφές του, Ταρσίλλα και Αιμιλιανή, διακρίνονταν για την ευσεβειά τους οπότε δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστος ο μικρός Γρηγόριος, ο οποίος ανατρεφόταν «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» . Σαν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας – άλλωστε ο πατέρας του, ήταν Ρωμαίος ευπατρίδης και μέλος της Ρωμαϊκής Συγκλήτου – έλαβε σημαντική μόρφωση και ασκήθηκε στις νομικές επιστήμες, όμως ποτέ του δεν έμαθε ελληνικά, ούτε κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Κωνσταντινούπολη . Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το συγκεκριμένο γεγονός καθώς οι ελληνικές σπουδές είχαν εκλείψει στο Δυτικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, άλλωστε ανέκαθεν οι άνθρωποι στη Δύση μεγάλωναν με τον Βιργίλιο, τον Κικέρωνα, τον Προπέτειο κ.α και όχι με τον Όμηρο, τον Θουκυδίδη, τον Ξενοφώντα όπως εμείς στην Ανατολή . Τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του, ήταν δύσκολα καθώς ζούσε τις βαρβαρικές επιδρομές εναντίον της γενέτειρας του, και γενικά όπως όλοι οι κάτοικοι του Δυτικού τμήματος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας βίωνε την ανασφάλεια και το χάος που είχε επικρατήσει λόγω των συνεχών επιδρομών . Ο αυτοκράτορας Ιουστίνος Β΄, εκτιμώντας τα μοναδικά προσόντα του τον τίμησε με το αξίωμα του Έπαρχου της Ρώμης (Praefectus Urbi), κατ’ άλλους με το αξίωμα του πραίτορα της πόλης (Praetor Urbanus) .

Μετά τον θάνατο του πατέρα του, εγκατέλειψε το δημόσιο αξίωμα και μαζί μ’ αυτό όλη την εγκόσμια δόξα και την λαμπρή πολιτική σταδιοδρομία που τον περίμενε . Διέθεσε μεγάλο μέρος της περιουσίας του στους φτωχούς και ίδρυσε 6 μοναστήρια στη Σικελία ενώ το σπίτι του το μετέτρεψε σε μοναστήρι αφιερωμένο στον Άγιο Ανδρέα τον Πρωτόκλητο . Σ’ αυτό εκάρη μοναχός και αφιερώθηκε στην αδιάλειπτη καρδιακή προσευχή και στην ακαταπόνητη μελέτη των Γραφών και των Πατέρων της Εκκλησίας . Έχει ειπωθεί ότι όλα τα μοναστήρια που ίδρυσε, ακολουθούσαν το μοναστικό τυπικό του Αγίου Βενέδικτου, του θεμελιωτή του κοινοβιακού μοναχισμού στη Δύση, τον οποίο τιμούσε και θαύμαζε ιδιαίτερα ο Άγιος Γρηγόριος . Όμως η πνευματική του προκοπή, δεν μπόρεσε να μείνει κρυφή και έτσι ο Πάπας Ρώμης, Βενέδικτος Α΄ (Benedictus I) (575-578 μ.Χ.) τον χειροτόνησε διάκονο το 578 . Το 579 στάλθηκε απ’ τον διάδοχο του Βενέδικτου, Πάπα Πελάγιο Β΄ (Pelagius II) (578-590 μ.Χ.), Αποκρισάριος (nuntius), δηλαδή απεσταλμένος του Πάπα στην αυτοκρατορική αυλή της Κωνσταντινουπόλεως . Εκεί συνέχισε τον μοναχικό τρόπο ζωής και τον κανόνα που ακολουθούσε στην Ρώμη μαζί με την συνοδεία του . Παράλληλα όμως είχε την ευκαιρία να γνωρίσει το λειτουργικό τυπικό της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, αλλά ταυτόχρονα και τα πολιτικά και εκκλησιαστικά προβλήματα του Ανατολικού τμήματος της αυτοκρατορίας . Επίσης γνώρισε σημαίνοντα πρόσωπα της αυτοκρατορικής διοίκησης . Κατά τη διάρκεια της διακονίας του ως παπικού αποκρισαρίου γνωρίστηκε και συνδέθηκε με βαθιά φιλία, με τον άγιο Λέανδρο, επίσκοπο Σεβίλλης, συγγραφέα του μοζαραβικού λειτουργικού τυπικού και ο οποίος μετά από μακροχρόνιο αγώνα κατάφερε να καθαρίσει την Εκκλησία της Ιβηρικής χερσονήσου από την αρειανική λύμη .

Το 586, ο Γρηγόριος ανακαλείται στην Παλαιά Ρώμη, έχοντας αποκτήσει πλούσιες εμπειρίες κατά την διάρκεια της παραμονής του στη Νέα Ρώμη . Έτσι ο Πελάγιος τον προχειρίζει ηγούμενο στο μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα και τον διορίζει σύμβουλο και γραμματέα του . Το 590 μ.Χ., ένα νέο κεφάλαιο ανοίγει στη ζωή του με την κοίμηση του Πάπα Πελαγίου και είναι το κεφάλαιο της αρχιερατικής διακονίας, την οποία απευχόταν ο διάκονος της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, Γρηγόριος, αναλογιζόμενος το βάρος των ευθυνών που επομίζεται ο επίσκοπος και τον λόγο που θα δώσει στον δικαιοκρίτη Κύριο κατά την ώρα της Δευτέρας Παρουσίας, για τις ψυχές που είχε την ευθύνη της πνευματικής πορείας τους . Έκανε όμως υπακοή στο θέλημα της Εκκλησίας και αφού χειροτονήθηκε επίσκοπος, ενθρονίσθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου του 590, Πάπας Ρώμης . Τα πράγματα όμως δεν εξελίσσονταν καθόλου ευνοϊκά για την Δυτική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η οποία ταλανιζόταν από επιδημίες, βαρβαρικές επιδρομές με ότι αυτό συνεπάγεται, πείνα και γενικώς παντού επικρατούσε δυστυχία . Η Ιταλία στέναζε υπό το βάρος των Λομβαρδών εισβολέων οι οποίοι κατείχαν ήδη μεγάλο μέρος της και σκόπευαν να καταλάβουν και τις εναπομείνασες βυζαντινές κτήσεις, έτσι ο Πάπας Ρώμης αναγκαζόταν να αναλάβει και πολιτικό ρόλο καθώς συνήθως ο Βυζαντινός έξαρχος, που έδρευε στην Ραβέννα, ήταν ανίσχυρος και έρμαιο των ραγδαίων εξελίξεων . Οι βαρβαρικές επιδρομές και η πολιτική αποξένωση της Δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την Κων/πολη αποτελούσαν το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου για τις βυζαντινές κτήσεις της Ιταλικής χερσονήσου . Έτσι η Εκκλησία έπρεπε να κενώσει εαυτόν, και εκτός απ’ τα λειτουργικά και ποιμαντικά της καθήκοντα, δηλαδή εκτός απ’ την αποστολή της που είναι να προετοιμάσει και να εισάγει τον άνθρωπο στην Βασιλεία των Ουρανών, με την χάρη των μυστηρίων, έπρεπε να ασχοληθεί με βιοτικές μέριμνες και πολιτικές υποθέσεις, για το καλό του ποιμνίου της το οποίο απειλούταν με αφανισμό . Έτσι αυτός ο «εθναρχικός» ρόλος των Παπών τους οδήγησε σε συνεργασία με τους εισβολείς για την προάσπιση του ποιμνίου τους και βραχυπρόθεσμα απετέλεσε την Κερκόπορτα που οδήγησε στην ανάληψη πολιτικών εξουσιών και στο να συνδυαστούν δύο διαφορετικοί ρόλοι του πολιτικού και θρησκευτικού άρχοντα στο ίδιο πρόσωπο, του Πάπα Ρώμης («δίκερως γίγας») . Κάτι ανάλογο έκανε και η καθ’ ημάς Ορθόδοξη Εκκλησία μετά την Πτώση της Πόλης από τους Οθωμανούς Τούρκους, το 1453 μ.Χ. χωρίς όμως να διολισθήσει στο κανονικό ατόπημα του επισκόπου Ρώμης που είναι πλέον αρχηγός κράτους με κυβέρνηση και να είναι αφανής – τις περισσότερες φορές - ρυθμιστής των πολιτικών εξελίξεων της εποχής του . Σίγουρα ο άγιος Γρηγόριος δεν θα μπορούσε να διανοηθεί την σημερινή εξέλιξη του παπισμού .

 Έτσι ο Πάπας Γρηγόριος έπρεπε να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις, τις δεξιότητες και εμπειρίες που απέκτησε τόσο κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του ως Έπαρχου της Ρώμης όσο και ως παπικού νούντσιου στην Κωνσταντινούπολη . Χρησιμοποιώντας τις παραπάνω ικανότητες, το 598 συμφώνησε με τον Λομβαρδό δούκα Spoleto για παύση των εχθροπραξιών και αποκατάσταση της ειρήνης και της ασφάλειας στην Ιταλική χερσόνησο με αντάλλαγμα την πληρωμή φόρου υποτελείας . Θαυμαστή είναι η μέριμνα του για τους φτωχούς, όπου με ιδιαίτερα φιλανθρωπικά έργα και τον διορισμό υπευθύνων στις παπικές γαίες για την αποφυγή αδικίας, οργάνωσε την περίθαλψη και την παροχή των αναγκαίων στους ενδεείς και αναξιοπαθούντες . Μάλιστα κατά καιρούς τους καλούσε στην επισκοπική κατοικία και έτρωγε μαζί τους ! Συντήρησε ή έκτισε ξανά δημόσια ή ιδιωτικά κτίρια που είχαν καταστραφεί λόγω των επιδρομών και πλήρωνε τους στρατιώτες κατά τη διάρκεια των Λογγοβαρδικών επιδρομών . Είχε άψογη συνεργασία με τον βυζαντινό έξαρχο στην Ραβέννα και γενικά ήταν πιστός και νομιμόφρων απέναντι στον εκάστοτε βυζαντινό αυτοκράτορα .

Παρά το γεγονός ότι η δικαιοδοσία του τότε ήταν περιορισμένη σε σχέση με την έκταση της παπικής δικαιοδοσίας αργότερα, ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για τον εκχριστιανισμό των βαρβαρικών φύλων και την επίλυση των προβλημάτων των τοπικών Εκκλησιών . Τον παρακινούσε ο έντονος ιεραποστολικός ζήλος αλλά και το αίσθημα ευθύνης που ένιωθε ως επίσκοπος της Ρώμης, της μοναδικής πατριαρχικής και αποστολικής καθέδρας – όπως πίστευε και ο ίδιος και οι προκάτοχοι και οι διάδοχοι του – στην Δύση . Φρόντισε για την αποκατάσταση του σχίσματος που είχε προκληθεί από τους επισκόπους της βορειοανατολικής Ιταλίας, λόγω παρεξήγησης από μέρους των κάποιων όρων της Ε΄ Οικουμενικής Συνόδου (Κωνσταντινούπολη 553 μ.Χ.) . Τελικά άρση του σχίσματος έγινε μετά την κοίμηση του . Ενδιαφέρθηκε για τον εκχριστιανισμό των Αγγλοσαξόνων και έστειλε ιεραποστόλους με επικεφαλής τον μετέπειτα αρχιεπίσκοπο Καντερβουρίας Αυγουστίνο . Επίσης επανίδρυσε το βικαριάτο της Αρελάτης (Arles), δηλαδή την ειδική έδρα παπικού αντιπροσώπου . Στην Ισπανία προσπάθησε να βοηθήσει τον Άγιο Λέανδρο, επίσκοπο Σεβίλλης και αργότερα τον αδερφό και διάδοχό του, Άγιο Ισίδωρο Σεβίλλης στην μεταστροφή των Βησιγότθων εισβολέων από τον αρειανισμό στην Ορθοδοξία . Έτσι με την μεταστροφή του Βησιγότθου ηγεμόνα, Ρεκαρέδου, τίθενται οι στέρεες βάσεις για την επιστροφή της χώρας αυτής στην Ορθόδοξη πίστη, κάτι που περατώνεται στα τέλη του 6ου αιώνα μ.Χ. . Προσπάθησε να εξαλείψει το ασεβές, βλάσφημο και νοσηρό φαινόμενο της σιμωνίας που ταλάνιζε την Εκκλησία των Φράγκων, η οποία στην πραγματικότητα δεν διοικούνταν από σύνοδο επισκόπων αλλά από τους Φράγκους φεουδάρχες . Στα πλαίσια του αντιαιρετικού αγώνα που διεξήγαγε, ήταν και η καταπολέμηση των Δονατιστών, οι οποίοι ταλαιπωρούσαν την Εκκλησία της Βόρειας Αφρικής από τα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. .

Διατηρούσε όπως και κάθε προκάτοχος του, την πεποίθηση της υπεροχής του Πατριαρχείου της Ρώμης έναντι των υπολοίπων Πατριαρχείων της Ανατολής . Αντέδρασε έντονα για τον τίτλο «Οικουμενικός» που αποδόθηκε στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως . Έτσι υιοθέτησε για τον εαυτό του τον τίτλο «δούλος των δούλων του Θεού» (servus servorum Dei) που τον είχε από την περίοδο που ήταν μοναχός και τον διατηρούν αυτόν τον τίτλο οι Πάπες μέχρι σήμερα . Σεβόταν τις δικαιοδοσίες των υπολοίπων επισκόπων, δέχθηκε τα πρεσβεία τιμής που αποδόθηκαν στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, δηλαδή τον ΚΗ΄ κανόνα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου και αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει τον τίτλο του «Οικουμενικού Πάπα» που του προτάθηκε από τον Ευλόγιο Αλεξανδρείας .

Έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στην ποιμαντική διαπαιδαγώγηση του λαού . Αναδιοργάνωσε την εκκλησιαστική ζωή, κατέστησε τα δόγματα της πίστης προσιτά στον λαό και αναθεώρησε την ρωμαϊκή λειτουργία . Επίσης συνέθεσε και εισήγαγε στη λατρευτική ζωή της δυτικής Εκκλησίας το περίφημο «Γρηγοριανό μέλος» και δημιούργησε ειδική σχολή ιεροψαλτών . Ασχολήθηκε με περισσότερο πρακτικά και ηθικά ζητήματα και έγραψε αρκετά ερμηνευτικά έργα τα οποία άσκησαν βαθιά επιρροή στην Εκκλησία της Δύσης . Από τα έργα του τα πιο σημαντικά είναι :


· Liber Dialogorum (βιβλίο Διαλόγων): περιγράφει βίους, θαύματα και προφητείες Ιταλών αγίων. Αποτελείται από 4 βιβλία . Αυτό το βιβλίο του απέδωσε τον τίτλο «Διάλογος» .

 · Expositio in beatum Job, libri XXXV (Εξήγηση στον μακάριο Ιώβ, βιβλία 35): Η συγκεκριμένη πραγματεία έχει και την ονομασία «Ηθικά» (Moralia) . Πρόκειται για ένα ερμηνευτικό υπόμνημα που διαπραγματεύεται και ηθικά θέματα . Είναι αφιερωμένο στον φίλο του, Λέανδρο Σεβίλλης .

· Liber Regulae Pastoralis (Βιβλίο Ποιμαντικού Κανόνα): Πρόκειται για ένα βιβλίο ποιμαντικού περιεχομένου, το οποίο παρουσιάζει κοινά στοιχεία με τους «Περί ιερωσύνης λόγοι στ΄» του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και με τον «Λόγον απολογητικόν περί της εις Πόντον φυγής» του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου . Εικάζεται ότι τα δύο προαναφερθέντα έργα απετέλεσαν πρότυπα για τη δημιουργία του συγκεκριμένου πονήματος από τον Άγιο Γρηγόριο . Εξετάζει το μυστήριο της ιερωσύνης και εξυψώνει το ιερατικό λειτούργημα . Η ελληνική μετάφραση έχει χαθεί . Το συγκεκριμένο βιβλίο άσκησε και ασκεί μέχρι σήμερα μεγάλη επίδραση στη Δυτική Εκκλησία .

Επίσης με την πραγματεία του Magna Moralia εισήγαγε την έννοια των 7 θανάσιμων αμαρτημάτων . Σώζονται 814 επιστολές του . Επίσης μας έχει αφήσει πλήθος λειτουργικών ευχών και η εκκλησιαστική παράδοση τον θεωρεί συγγραφέα της Θείας Λειτουργίας των Προηγιασμένων, γεγονότα που αποδεικνύουν ότι ο Άγιος Γρηγόριος ήταν και μεγάλος ιερομύστης .

Γενικά στην άσκηση του διοικητικού έργου προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τα θετικά στοιχεία της παλιάς ρωμαϊκής παράδοσης . Προσπάθησε να προστατέψει το ποίμνιο του από τους κινδύνους των βαρβαρικών επιδρομών, να διατηρήσει την πίστη ανόθευτη από τις διάφορες αιρετικές διδασκαλίες και να διατηρήσει την δύναμη και τον σεβασμό που εξέπεμπε ο παπικός θρόνος . Είναι ο τελευταίος Ρωμαίος ευγενής που ανέρχεται στην επισκοπική Καθέδρα της Πρεσβυτέρας Ρώμης και ενέπνεε στους γύρω του, εχθρούς και φίλους, τον σεβασμό και την χαμένη πλέον δόξα του ρωμαϊκού μεγαλείου . Δεν φέρει καμία ευθύνη για την περαιτέρω εξέλιξη του παπισμού καθώς οι δύσκολες συνθήκες της εποχής του τον ανάγκασαν να αναλάβει πολιτικές ευθύνες. Οι ιστορικοί τον θεωρούν ως τον πρώτο Πάπα του Μεσαίωνα . Ονομάστηκε Διάλογος καθώς τα περισσότερα έργα του έχουν γραφεί με τη μορφή ερωταποκρίσεων, δηλαδή με διαλογικό τρόπο .

Ο Άγιος Γρηγόριος κοιμήθηκε στις 12 Μαρτίου του 604 από αρθριτική νόσο, στη Ρώμη. Ο τίτλος «Μέγας» του αποδόθηκε για την προσφορά του και από τους πάπες έχει αποδοθεί σ’ αυτόν και στον Άγιο Λέοντα Α΄ (18/2) . Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του στις 12 Μαρτίου, δηλαδή την ημέρα της μακάριας κοίμησης του .
π. Δ. E. Μ.