Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας
Κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή ο Παράδεισος χαρακτηρίζεται ως το «αεί ευ είναι», δηλαδή η αιώνιος ευφροσύνη, ενώ η κόλαση χαρακτηρίζεται ως το «αεί φεύ είναι», δηλαδή η αιώνιος ταλαιπωρία και καταδίκη. Η διαφορά στους δύο αυτούς χαρακτηρισμούς βρίσκεται σε ένα μόνο γράμμα της αλφαβήτου, στο γράμμα «φ».
Γιατί με το γράμμα αυτό αρχίζουν λέξεις με τις οποίες εκφράζεται η λύπη πού προκαλούμε στο Πνεύμα το Άγιο, για το οποίο ο Απόστολος Παύλος μας παρακαλεί: «Μην λυπείτε το Πνεύμα το Άγιον» (Εφεσ. δ΄ 30). Τις ίδιες λέξεις που αρχίζουν με το γράμμα αυτό «φ» ο Όσιος Ιάκωβος, ο «εν Ευβοία», μας παρακαλούσε να τις αποφεύγουμε λέγοντας στον καθένα μας: «Μην λυπείς τον Ιησούν».
Πως, λοιπόν, λυπούμε το Άγιον Πνεύμα, πως λυπούμε τον Ίησού; Μα, με την έμπρακτη εφαρμογή των λέξεων που αρχίζουν με το γράμμα «φ» και που η αποφυγή τους μας ανοίγει διάπλατα τις πύλες του Παραδείσου, μας οδηγεί στο «ευ είναι», ενώ η εμμονή τους μας οδηγεί στο «απευκταίο», στην γέεννα του πυρός, στο «φεύ είναι».
Με το γράμμα «φ» εκφράζουμε, φεύ,
*τον φόνο, είτε σωματικό, που προκαλούμε με όπλα, με ξύλα, με πέτρες, με ρόπαλα, με τα ίδια μας τα χέρια, είτε ψυχικό, που προκαλούμε με συκοφαντίες, με αργολογίες, με ένοχη σιωπή μας στους αδικουμένους,
*τον φθόνο, τον θεομίσητο και ψυχοκτόνο, που προκαλεί ψυχική ταραχή, χαλάρωση ηθών και αποπροσανατολισμό πορείας ζωής,
*τόν φραγμό στην τήρηση των εντολών του Θεού, η μη τήρηση έστω και μιάς μας καθιστά ενόχους για όλες,
*τήν φλόγα των παθών της αμαρτίας, που μας κτακαίει σαν χόρτα, σαν φρύγανα,
*τήν φτώχεια των αγαθοεργιών, των ελεημοσυνών, των έργων ευποιΐας, αυτών που μας ανεβάζουν στους ουρανούς,
* την φιλαργυρία, το κυνήγι του χρήματος, το οποίο πολλοί εξισώνουν με τον Θεό και κονταίνουν τα χέρια μας στο ευλογημένο δόσιμο,
*την φιλοπρωτία και φιλαρχία, που κρύβει εσωτερικό εγωισμό άμετρο, και είναι αντίθετη με την βεβαίωση του Κυρίου, ότι οι έσχατοι έσονται πρώτοι,
* την φιληδονία, που δείχνει ότι η σάρκα κυριεύει του πνεύματος και θανατώνει τις πνευματικές αναβάσεις των ανθρώπων, αφού «το φρόνημα της σαρκός έχθρα εις Θεόν» (Ρωμ.η΄ 6).
*την φιλονεικία,που είναι αντίθετη της πραότητος και χαρακτηρίζει την έλλείψη ψυχικής ειρήνης, φιλαδελφίας και αγάπης,
*την φιλοϋλία, δηλαδή την πλήρωση της πνευματικής κενότητός μας με υλικά πράγματα, συνήθως περιττά αγαθά και ανούσια, τα οποία τις περισσότερες φορές καταλήγουν στον κάλαθο των αχρήστων,
*την φιλοκτημοσύνη,που είναι το εντελώς αντίθετο της αρετής της ακτησίας καίπού μας κάνει να λησμονούμε ότι κανένα επί γης απόκτημα δεν μας συνοδεύει μετά τον θάνατο.
Τι κρίμα, ένα «φ» να μας κλείνει τον παράδεισο, την αιώνια χαρά κοντά στον Χριστό μας, και να μας οδηγεί στο, αλλοίμονο, αιώνιο ψηλαφητό σκοτάδι της κολάσεως! Η αποφυγή του είναι ευλογημένη, μας φέρνει στο «ευ είναι», κοντά στον γλυκύτατο Ιησού μας, ο οποίος είναι το απρόσιτο φως, η ανάσταση και η ζωή.