«Μιά φορά, είχε έλθη κάποιος, που είχε άρρωστο παιδί. Τον επήρα να τον δω μέσα στο Εκκλησάκι. Όταν άκουσα το πρόβλημά του, του είπα, γιά να τον βοηθήσω:
“Κάτι πρέπει να κάνεις και εσύ, γιά να βοηθηθή το παιδί σου. Μετάνοιες δεν κάνεις, νηστεία δεν κάνεις, χρήματα δεν έχεις, γιά να κάνεις ελεημοσύνες, πες τότε στον Θεό:
«Θεέ μου, δεν έχω κανένα καλό να θυσιάσω γιά την υγεία του παιδιού μου. Θα προσπαθήσω, τουλάχιστον, να κόψω το τσιγάρο»”.
Αυτός συγκινήθηκε και μου υποσχέθηκε πως θα το κάνει. Πήγα να του ανοίξω την πόρτα γιά να φύγει και εκείνος άφησε το τσακμάκι και τα τσιγάρα του, μέσα στο Εκκλησάκι, κάτω από την εικόνα του Χριστού! Εγώ δεν το πρόσεξα.
Μετά από αυτόν, μπήκε ένας νεαρός στο Εκκλησάκι, διότι κάτι ήθελε να μου πει και ύστερα εβγήκε έξω και εκάπνιζε. Του λέω, τότε:
“Παλληκάρι, δεν κάνει να καπνίζεις εδώ. Πήγαινε λίγο πιό πέρα”.
“Μέσα στην Εκκλησία, επιτρέπεται να καπνίζεις;”, μου λέει.
Αυτός είχε δει το πακέτο με το τσακμάκι που είχε αφήσει ο πατέρας του αρρώστου παιδιού και έβαλε λογισμό ότι καπνίζω...
“Καλά, και αν κάπνιζα…, μέσα στην Εκκλησία θα κάπνιζα;”
Βλέπετε τί είναι ο λογισμός;
Γι' αυτό πάντοτε στον λογισμό σας, να βάζετε ένα ερωτηματικό. Δεν ξέρετε τι μπορεί να συμβαίνει…»