Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2021

Τα κίνητρα του 1821, εθνικά ή κοινωνικά;

Επιχειρήματα που πάλιωσαν

Πολλοί σύγχρονοι ιστορικοί αυτοαποκαλούνται «αναθεωρητικοί» και δηλώνουν πως επιχειρούν το «ξεσαβάνωμα» της ιστορίας από «εθνοκεντρικές» προκαταλήψεις και «θρησκόληπτα» μυθεύματα. Οι επιδιώξεις τους αυτές δεν είναι όμως καθόλου καινούργιες.

Ήδη από το 1920 ιστορικοί με κορυφαίο το μαρξιστή Γιάννη Κορδάτο επιχείρησαν να παρουσιάσουν τη βυζαντινή και τη νεότερη ιστορία μας με τρόπο που θα ευνοούσε τις ιδεολογικές τους επιλογές. Εκατό χρόνια μετά οι ιδεολογικοί συσχετισμοί έχουν αλλάξει, τα επιχειρήματα όμως παραμένουν ίδια, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των τέως μαρξιστών συνέπηξε ένα εθνομηδενιστικό μπλοκ που σκοπό έχει να προετοιμάσει τους λαούς για τη μετάβαση στην παγκόσμια νέα τάξη πραγμάτων.

Όπως και να έχουν τα πράγματα, εφόσον τα επιχειρήματα παραμένουν τα ίδια εδώ και εκατό χρόνια, μπορούμε κάλλιστα να ανατρέξουμε στην πλούσια απολογητική που έχει σχηματισθεί απέναντι σε αυτή τη συλλογιστική, αλλά και στις ιστορικές πηγές του Αγώνα. Για το σκοπό αυτό και εν όψει της εθνικής επετείου, σταχυολογούμε παρακάτω κάποια ενδιαφέροντα αποσπάσματα από παλαιότερα τεύχη του περιοδικού «Η Δράση μας».

*   *   *

Τα κίνητρα του 1821, εθνικά ή κοινωνικά;

[…] Για τα κίνητρα της επανάστασης είναι εύγλωττη η «διαμαρτύρησις», που η Ελληνική Κυβέρνηση έστειλε στις 12 Αυγούστου 1824 προς την Αγγλία, αγανακτισμένη για το προτεινόμενο ρωσικό σχέδιο δημιουργίας τριών κρατιδίων στο ελληνικό έδαφος:

«Οι Έλληνες προ τεσσάρων ετών θαρρούντες αδιασείστως εις την θείαν Πρόνοιαν υπερασπίζονται με καλήν έκβασιν το έδαφος των προπατόρων των˙ λέγω ότι υπερασπίζονται το έδαφος, επειδή ολίγον φροντίζουν διά τας πόλεις και τα χωρία, διά τας οικίας και ιδιοκτησίας των (…). Αποσείοντες τον αφόρητον ζυγόν αυτών είχον προ οφθαλμών τον ιερόν σκοπόν του να σώσουν την πίστιν των, την πατρίδα των, τους ιερούς ναούς των (…) και όχι εκείνα τα πολιτικά τέλη, τα οποία ετάραττον τότε την Ευρώπην…» (Σπ. Τρικούπη, Ιστορία της Ελλ. Επαναστάσεως, Αθήναι 1925, τομ. 2ος, σελ. 266).

Η ίδια αλήθεια διαλάμπει και στο υπ’ αριθμ. 221/20 Μαρτίου 1822 έγγραφο, που απηύθυνε προς τους κατοίκους του Ολύμπου το «Εσωτερικών Μινιστέριον» (Υπουργείο Εσωτερικών).

«Άνδρες Ολύμπιοι, (…) μη σας φοβίση το δύσκολον του επιχειρήματος˙ ο Θεός μεθ’ ημών. Ο κόσμος όλος επληροφορήθη ότι το έθνος μας δεν έλαβε τα όπλα εις χείρας, ει μη προς υπεράσπισιν της ιεράς και ορθοδόξου θρησκείας του, της ελευθερίας του, της τιμής του και της ιδιοκτησίας του (…). Κάτοικοι του Ολύμπου, το έθνος των Ελλήνων δεν τρέφει άλλον σκοπόν παρ’ εκείνον της ελευθερίας και ανεξαρτησίας του…» (Αρχεία της Ελλην. Παλιγγενεσίας, εκ του Εθν. Τυπογραφείου, Αθήναι 1971, τομ. α΄, σ. 403).

Ο όρκος της αντικυβερνητικής Επιτροπής του 1827 ενώπιον της Εθνοσυνελεύσεως ήταν:

«Ορκίζομαι εις το όνομα της τρισυποστάτου Θεότητος και εις την γλυκυτάτην Πατρίδα, πρώτον μεν ή να ελευθερωθη το ελληνικόν Έθνος ή με τα όπλα εις τας χείρας ν’ αποθάνω Χριστιανός και ελεύθερος». […]

[…] «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 είναι άνθος αυτοφυές και κατ’ εξοχήν ελληνικόν (…). Δεν ενέπνευσαν αυτήν αι περί πολιτείας και κοινωνίας θεωρίαι της γαλλικής επαναστάσεως (…), αρχαί ανέκαθεν οικείαι προς τους Έλληνας, αλλά ιδέαι κατά πολύ υψηλότεραι: Η πίστις προς τον Θεόν, η Ορθόδοξος θρησκεία μας και η Πατρίς (…). Διεξήχθη αύτη υπό πληθυσμού, ο οποίος ενώ κατ’ ανάγκην είχε αντιτιθέμενα ενίοτε οικονομικά συμφέροντα (ιδρυτές της Φιλικής, ο Υψηλάντης, οι Νησιώτες, οι λαϊκές τάξεις) διετήρησαν όμως αδιάσειστον την ιδεολογικήν βάσιν του αγώνα του και την κοινήν απελευθερωτικήν του προσπάθειαν και ορμήν» (Βλ. Ε.Γ. Πρωτοψάλτη, Πολιτική ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος σσ. 123-128). […]

[…] Στη διακήρυξη της Α΄ εν Επιδαύρω Εθνοσυνελεύσεως διαβάζουμε: Εκινήσαμεν τον πόλεμον κατά των Τούρκων (…) αποφασίσαντες ή να επιτύχωμεν τον σκοπόν μας (…) ή να χαθώμεν εξ ολοκλήρου (…). Ο ύψιστος Θεός μάς εβοήθησε καίτοι όχι ικανά προπαρασκευασμένους, εις το τοιούτον μέγα τω όντι επιχείρημα» (Αρχεία της Ελλ. Παλιγγενεσίας, εκδ. Βιβλιοθήκης Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα ι1971, τομ. 3ος, σ. 41).

Ο ιστοριογράφος της οθωμανικής Αυτοκρατορίας Ασαάδ-Εφέντης παραδίδει το λόγο, που το 1826 απήγγειλε ο αρχιβεζύρης Μαχμούτ στη συνέλευση των μεγιστάνων του. Ο αγώνας των ραγιάδων τούς είχε καταταράξει:

«Οποίων λυπηρών σκέψεων παραίτιον είναι το θέαμα των σημερινών Ελλήνων! Οι αντάρται ούτοι, οι ως κάλαμοι ασθενείς, εματαίωσαν τους μέχρι τούδε αγώνας μας˙ εν ακαρεί έπρεπεν η ακάθεκτος ορμή των ανδρείων Μουσουλμάνων να τους καταστρέψη, και όμως δεν εδυνήθημεν εισέτι να σβέσωμεν την φλόγα της ανταρσίας των!…» (Σπ. Τρικούπη, Ιστορ. Ελλην. Επαν., Αθήναι 1925, τομ. 2ος, σελ. 278).

Και το θαύμα –γιατί για θαύμα του θεού, που κυβερνά την Ιστορία του κόσμου πρόκειται– σε πείσμα εκείνων που με επιμέλεια επιδίδονται στην «απομυθοποίηση» της Ιστορίας μας και τον αποχριστιανισμό του νέου ελληνισμού έγινε. Ο Σπ. Τρικούπης στον επίλογο της Ιστορίας του γράφει: Είναι τω όντι αξιοπαρατήρητον, ότι τα σχέδια της Αυλής επί του ελληνικού αγώνα όχι μόνον εματαιώθησαν, αλλά και ενάντια της θελήσεως και της πολιτικής των όλα απέβησαν. Ήθελαν αύται την ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατεκολοβώθη˙ ήθελαν την κατάθλιψιν και αποτυχίαν του επαναστατικού κινήματος της Ελλάδος, και το επαναστατικόν κίνημα της Ελλάδος εν μέσω ορατών και αοράτων δυσκολιών και κινδύνων εθριάμβευσεν˙ ή ήθελαν την Τουρκίαν ισχυράν, και κατέστρεψαν αυταί την δύναμίν της εν Νεοκάστρω (…). Μελετώ δε, ω αναγνώστα, τα κατά την επανάστασιν (…) και εκπληττόμενος δι’ όσα κατώρθωσαν οι επέκεινα εξαετίας αβοηθητί τον υπέρμεγαν τούτον και άνισον αγωνισθέντες και κατά γην και κατά θάλασσαν αγώνα, ενθυμού, ότι ο αγών ήτον υπέρ πίστεως και υπέρ ανακτήσεως πατρώας γης και ελευθερίας, τουτέστιν ο ιερώτερος και ο ενδοξότερος όλων των αγώνων…». […]

 πηγή