Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2025

Ο Χριστός, η ενσάρκωση του αιώνιου Λόγου του Θεού, εισέρχεται στον ιστορικό χρόνο μας...


ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ

ΕΠΙ ΤΗι ΠΡΩΤΗι ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΤΟΥΣ 2025

ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΦΑΛΗΡΟΥ, ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ

Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟΝ ΚΛΗΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ

ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

 

Αδελφοί συλλειτουργοί και τέκνα εν Κυρίω, Χρόνια Πολλά !

Στην αυγή του νέου ημερολογιακού έτους, βρισκόμαστε ξανά ενώπιον της ροής του χρόνου. Μιάς συνεχούς ροής από το τώρα στο αύριο, από το χθες στο μέλλον όπου τα αισθητά αντικείμενα της εμπειρίας μας υπόκεινται σε μεταβολή.


Γέννηση και θνητότητα, γήρανση και φυσική ολοκλήρωση της ζωής. Και οποιαδήποτε μεταβολή στη ζωή προϋποθέτει και συνεπάγεται κάποια διάρκεια.

Αυτή η μεταβολή και η διάρκεια γίνεται αντιληπτή από εμάς με την μνήμη μας στο νού, αφήνει τα σημάδια της και τις εμπειρίες στη ψυχή και έχει έναν ξεχωριστό και μοναδικό αντίκτυπο στη ζωή μας.

Αυτή η μεταβολή και η διάρκεια μετατρέπεται στον καθένα από εμάς σε αίσθημα δημιουργικής ζωής, σε άλλον αντανακλά τον ανθρώπινο φόβο, την κατάσταση της προσμονής, ή του περιορισμού, την αναζήτηση νοήματος για την ύπαρξη, την οικοδόμηση της σχέσης με τον Θεό, τον αγώνα και την προσπάθεια προς σωτηρία. Όπως λέγει ένας φιλόσοφος (Μ. Heidegger) η διάρκεια και ο χρόνος είναι «ο μόνος δυνατός ορίζοντας οποιασδήποτε κατανόησης του τι είναι και πως είναι ο άνθρωπος».

Για την Εκκλησία και τον χριστιανό ο χρόνος, κάθε ώρα και ημέρα, έτος και αιωνιότητα δεν είναι μια αφηρημένη έννοια αλλά συνδέεται άρρηκτα με την παρουσία και το έργο του Θεανθρώπου Χριστού. Ο Χριστός, η ενσάρκωση του αιώνιου Λόγου του Θεού, εισέρχεται στον ιστορικό χρόνο μας, γεφυρώνοντας το κτιστό και πεπερασμένο με την αιωνιότητα. Η Ενανθρώπηση Του Θεανθρώπου Χριστού, η γέννησή Του, η Βάπτιση, η διδασκαλία, τα θαύματα, η παρουσία Του ανάμεσα στους ανθρώπους, η θυσία και η Ανάστασή Του είναι γεγονότα που συνέβησαν μέσα στον ανθρώπινο δικό μας ιστορικό χρόνο. Ταυτόχρονα η μετοχή των ανθρώπων και της κτίσης στα γεγονότα αυτά του Υιού και Λόγου του Θεού έγινε μέσα σε αυτόν τον ανθρώπινο δικό μας ιστορικό χρόνο και άφησε ανοικτό τον χρόνο ως μια «διαρκή και συνεχή» πραγματικότητα για την σωτηρία του ανθρώπου. Μια πραγματικότητα ιερή και λειτουργική, δοξολογική και εμπιστευτική, υπαρξιακή και οντολογική, σωτηριολογική και αγιοποιητική, η οποία ανανεώνει μια για πάντα τον ανθρώπινο χρόνο.

Ο ανθρώπινος ιστορικός χρόνος της φθοράς και του θανάτου καθίσταται με την μεγαλειώδη Ανάσταση του Χριστού η οποία είναι το κέντρο της σωτηρίας του ανθρώπου, αιωνιότητα στην αγκάλη του Θεού. Και όλα αυτά για τον άνθρωπο από τον οποίο ο Θεός όχι μόνο δεν έκρυψε τίποτα αλλά και καθ΄υπερβολή αποκάλυψε και τον Υιό Του ως Άνθρωπο.

Ο ανθρώπινος ιστορικός χρόνος λοιπόν αποκτά μια ιερή και σωτηριώδη διάσταση: το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον ενώνονται μυστηριακά. Και αυτό ιδιαίτερα στη Θεία Λειτουργία, όπου οι άνθρωποι μετέχουν στη μία Θυσία του Χριστού με την οποία υπερβαίνεται και η έννοια αυτού του χρόνου. Κι εδώ είναι που ο χρόνος ως ημερολογιακό γεγονός ζωής γίνεται «καιρός», δηλαδή μια χρονική περίοδος, ένα διάστημα αγωνιστικής σωτηριώδους διάρκειας. Καιρός στον οποίο η Εκκλησία καλεί τον άνθρωπο να οικοδομήσει την πίστη του, να αδράξει την ευκαιρία προς μετάνοια, να κατανοήσει και να γίνει μέτοχος και πλήρωμα της αγάπης, να οδηγηθεί με σταθερότητα στην ένωση με τον «ηγαπημένο Χριστό».

Ο Μέγας Βασίλειος στα έργα του, ιδιαίτερα στην “Εξαήμερο”, αλλά και στις ομιλίες και τις επιστολές του, έχοντας μια βαθιά θεολογική κατανόηση του χρόνου, η οποία συνδυάζει τη φιλοσοφική σκέψη με την εμπειρία και θεολογία της Εκκλησίας, ασχολείται με τη θεολογική σημασία του χρόνου, συνδέοντάς τον στενά με τη θεία οικονομία και το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου.

Ο Μέγας Βασίλειος τονίζει ότι ο χρόνος είναι κτιστός και έχει αρχή, καθώς συνδέεται με τη δημιουργία του κόσμου, και πιο συγκεκριμένα εξηγεί από την αφήγηση της Γένεσης, ότι ο χρόνος δημιουργήθηκε ως μέτρο της κίνησης και της αλλαγής μέσα στην κτίση. Ο Θεός, όντας Άχρονος και δημιουργός του χρόνου και υπεράνω αυτού, έθεσε τον χρόνο σε λειτουργία για να υπηρετηθεί το σχέδιο της θείας οικονομίας. Η αρχή και το τέλος του χρόνου είναι, συνεπώς, στα χέρια και την πρόνοια του Θεού.

Για τους ανθρώπους βεβαίως και την κοσμική αντίληψη η έννοια της θείας πρόνοιας συχνά εκλαμβάνεται και συγχέεται ως χρόνος και πεδίο αναγκαιότητας ή τυφλής μοίρας. Ο Θεός προνοεί για τους εκλεκτούς και οι υπόλοιποι άνθρωποι βιώνουν την εγκατάλειψη, μόνωση και φθορά όπου ο άνθρωπος μόνος στον κόσμο κι αφημένος στο έλεος της μοίρας του αργοπεθαίνει στο σκότος.

Άλλοτε η θεία πρόνοια εκλαμβάνεται ως ανελεύθερη εξαναγκαστική υπακοή στο θέλημα του Θεού. Κι άλλοτε προσφέρεται ως δικαιολογία προς μια άκριτη απόλαυση προς όφελος της παρούσας στιγμής, έναντι ενός αναπόφευκτου τέλους. Ακόμη οδυνηρότερα, η ιστορία και η μοίρα κυριαρχείται από το μηδέν ως «ένας ες αεί ανολοκλήρωτος παρατατικός […] ένα πράγμα που ζει αρνούμενο και κατατρώγοντας τον εαυτό του, αντιφάσκοντας προς τον ίδιο του τον εαυτό» (F. Nietzsche).

Είναι μεγάλης σημασίας για τον Μέγα Βασίλειο και το τονίζει ιδιαίτερα ότι ο χρόνος καθοδηγείται από τη θεία πρόνοια στο Φως. Ο Μέγας Βασίλειος τονίζει ότι η θεία πρόνοια πηγάζει από την άπειρη σοφία και αγαθότητα του Θεού. Ο Θεός, ως Δημιουργός, δεν εγκαταλείπει τον κόσμο στο θάνατο, αλλά συνεχίζει να τον συντηρεί και να τον καθοδηγεί με την Χάρη Του διότι ο κόσμος δεν είναι αποτέλεσμα τύχης ή αυτόνομης κίνησης, αλλά καρπός της θείας Σοφίας και Δημιουργίας.

Η πρόνοια του Θεού εκτείνεται και φανερώνεται σε κάθε λεπτομέρεια της δημιουργίας, από τα μύχια της ψυχής του ανθρώπου μέχρι τη συνολική λειτουργία του σύμπαντος, από τη δομή της δημιουργίας έως τη φροντίδα για το ελαχιστότατο ον της κτίσης. Η αρμονία του κόσμου, οι κύκλοι της φύσης, ακόμη και η ύπαρξη της βιοποικιλότητας, είναι ενδείξεις ότι ο Θεός φροντίζει για την ευημερία της κτίσης. Κάθε στοιχείο της φύσης έχει τη θέση και τον σκοπό του, αποκαλύπτοντας το μεγαλείο της θείας πρόνοιας.

Και ακόμη περισσότερο εξαιτίας της Άπειρης Αγάπης του Θεού, η πρόνοιά Του αποκαλύπτεται στη φροντίδα Του για το τέλος και τη σωτηρία του ανθρώπου, ακόμα και όταν ο άνθρωπος απομακρύνεται από τον Θεό. Αλλά και σε αυτές τις μικρές ή μεγάλες δοκιμασίες και θλίψεις που ο Θεός επιτρέπει και στις οποίες αναλογεί όλη η ευθύνη στον άνθρωπο και τις επιλογές του, δεν τιμωρεί ο Θεός, αλλά όπως λέγει ο Μέγας Βασίλειος παραχωρεί. Παραχωρεί τις δυσκολίες ως μέσο διόρθωσης και πνευματικής ανάπτυξης, πίστης και υπακοής, κατανόησης του νοήματος «γεννηθήτω το θέλημά Σου», για να παιδαγωγήσει και να οδηγήσει τον άνθρωπο στην συνάντηση Μαζί Του.

Για τον Μέγα Βασίλειο ο χρόνος δεν είναι μόνο μέτρο της υλικής ζωής αλλά δώρο και εργαλείο, κριτήριο και καθημερινότητα σωτηρίας. Μεταμορφώνει την προσωρινότητα της ύπαρξης σε αιώνια κοινωνία με τον Δημιουργό, και εκκλησιολογικά στον εδώ χώρο και χρόνο, και εσχατολογικά στην Κρίση και την αιωνιότητα.

Ο Θεός είναι ο Κύριος του χρόνου, ο οποίος κινείται προς την τελείωση της δημιουργίας. Η ενσάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού για τον Μέγα Βασίλειο είναι το «αποκορύφωμα του νοήματος του χρόνου» Ο Χριστός εισέρχεται στον χρόνο, καθιστώντας τον «μέσο και εφόδιο» για τη σωτηρία του ανθρώπου. Η Ενανθρώπηση αγιάζει τον χρόνο, μετατρέποντάς τον από ένα κτιστό και φθαρτό ενδιάμεσο γεγονός σε οδό αιωνιότητας. Τονίζει με έμφαση και υπογραμμίζει ότι ο χρόνος της ζωής μας είναι περιορισμένος και πρέπει να χρησιμοποιείται για την προετοιμασία του ανθρώπου για την αιώνια ζωή. Αλλά είναι και μια μοναδική ευκαιρία έρωτα και υφαρπαγής από την Άπειρη Αγάπη του Θεού. Η αδράνεια και η σπατάλη του χρόνου, λέει ο Άγιος Πατέρας, είναι απώλεια και αστοχία, ενώ η μετάνοια, η προσευχή, η αγάπη, η φιλανθρωπία και η μετοχή στον Λόγο του Θεού είναι τρόποι αγιασμού του χρόνου. Αυτό ακριβώς που καλείται και βιώνει ο άνθρωπος μέσα στον λειτουργικό χρόνο. Ο παρελθών χρόνος της σωτηρίας την οποία τοποθέτησε ο Θεός στον κόσμο με την Παρουσία και την θυσία Του και ο μέλλων χρόνος της Δευτέρας Παρουσίας και Κρίσεως των Εσχάτων, συμπλέκονται στο παρόν. Τα έσχατα φωτίζουν το παρόν και είναι ως παρόν. Τα έσχατα δεν είναι μια μελλοντική κατάσταση, αλλά ούτε και μια δεδομένη απολύτως εκπληρωθείσα κατάσταση. Γι’ αυτό το λόγο η πατερική παράδοση περιγράφει έναν αρραβώνα και μιλάει για μια πρόγευση που έχει ο άνθρωπος, συνδυάζοντας το «νυν» με το «αεί», παρόν και μέλλον, που πλέον λειτουργούν ως διαρκές παρόν. Το «νυν» και το «αεί» υπό το νόημα της θείας Πρόνοιας και της Χάριτος του Θεού γίνονται ένα και το αυτό, και οι άνθρωποι που ομολογούν Τριαδικό Θεό και εκζητούν την Χάρη, ζούν ως τέκνα του Θεού, «ότι δε έστε υιοί» κατά τον Απ. Παύλο. Αυτά τα τέκνα έχουν την ευκαιρία και την δυνατότητα να βιώσουν την αιώνια ζωή ήδη από αυτή την παρύσα ζωή και τον παρόντα ιστορικό ανθρώπινο χρόνο τους όπως τον βίωσαν οι Άγιοι της Εκκλησίας που οδηγήθηκαν και οδήγησαν τον χρόνο τους και την ζωή τους στην τρυφή του αιώνιου Παραδείσου, την αγκάλη του Θεού.

Καλή Χρονιά, ευτυχισμένη και παραγωγική πνευματικά!

 
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

+ ο Πειραιώς ΣΕΡΑΦΕΙΜ