Aυτό που συνέβαινε στις όχθες του 'Ιορδάνη, δεν είχε ξαναγίνει. Λαοθάλασσα! Μυρμηγκιά! Πήγαιναν κι έρχονταν ο κόσμος. ῎Εμεναν, άκουγαν το κήρυγμα, βαπτίζονταν στον ποταμό «εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών». 'Η έρημος είχε μεταβληθεί σε πολυθόρυβη πλατεία. Μάλλον σε ολόφλογο καθαρτικό καμίνι πίστεως, ευλαβείας και μετανοίας.
«Εξεπορεύετο πάσα η Ιουδαία χώρα και οι 'Ιεροσολυμίται», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Ευαγγελιστής. «Πάσα η χώρα». Ξεσηκώνονταν σύσσωμα τα χωριά, όλα τα χωριά, και σχημάτιζαν προσκυνηματικά καραβάνια για εκεί. Αλλά «και οι 'Ιεροσολυμίται», οι «πρωτευουσιάνοι» δεν είχαν μείνει ανεπηρέαστοι κι αυτοί. ῎Οχι λίγοι, αρκετοί, πολλοί 'Ιεροσολυμίτες… ῞Ολοι! «Οι 'Ιεροσολυμίται»! Κανένας απαθής! ῎Ετρεχαν όλοι σαγηνεμένοι, συγκινημένοι, εκστατικοί, εκεί που τους καλούσε η «φωνή βοώντος εν τη ερήμω».
Μα τι συνέβαινε, λοιπόν; Ποιος τάχα γιγαντόσωμος στέντορας να ήταν αυτός που ύψωνε τη φωνή του κι έκανε τόση εντύπωση και τραβούσε το λαό;
Να τος. 'Εκείνος ο χλωμός, ήρεμος άνθρωπος είναι, που φοράει το φτωχικό χοντροϋφασμένο χιτώνα από «τρίχας καμήλου» κι έχει απλά στη μέση του «ζώνην δερματίνην». Τρέφεται απέριττα και ασκητικά. Μόνο με «ακρίδας και μέλι άγριον». Αυτός είναι που έχει προκαλέσει το σεισμό. Κηρύττει «βάπτισμα μετανοίας». 'Υπόσχεται ότι όπου να ’ναι «έρχεται ο ισχυρότερος», που θα βαπτίσει τον κόσμο όχι πιά με νερό αλλά «εν Πνεύματι Αγίω».
Και τρέχουν οι 'Ιουδαίοι με συντετριμμένες τις ψυχές. Κλαίνε. Ζητούν το έλεος του Θεού. Μετανοούν. Περιμένουν… ῏Ηταν κάτι το εκπληκτικό, στ’ αλήθεια. Μέσα σε τόσο λίγο χρόνο, μέσα σ’ εκείνη τη χαλασμένη εποχή και τα παρηκμασμένα ήθη, να παρουσιαστεί αυτός ο πνευματικός συναγερμός, αυτή η κοσμογονία! 'Από έναν άνθρωπο. 'Από μια φωνή! 'Απίστευτο! Κι όμως αληθινό. ῎Ισως και πάρα πολύ εύλογο. Γιατί ο άνθρωπος που μιλούσε δεν ήταν συνηθισμένος. ῏Ηταν ῞Αγιος! ῏Ηταν ο Τίμιος Πρόδρομος!
«Ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου» είχε προαναγγείλει με τον Προφήτη Του ο Θεός. «Τον άγγελόν μου», τον ευλογημένο δούλο μου που έφθασε στα μέτρα της αγγελικής ζωής. Με τη βαθιά του ευλάβεια και πίστη, με τη νηστεία και την αγνότητα, με την εκπληκτική ταπείνωσή του.
Πως να μη δημιουργηθεί κατόπιν ο συναγερμός; Πως νη μην πνεύσει στις ψυχές το ῞Αγιο Πνεύμα; Πως να μην απαρτισθεί έτσι το προοίμιο της σωτηρίας, η «αρχή του ευαγγελίου 'Ιησού Χριστού»;
Τούτο το ευαγγελικό ανάγνωσμα στην αρχή της νέας χρονιάς έρχεται πολύ επίκαιρα να δώσει λύση σε κάποιες αγωνίες. Στήριγμα ρεαλισμού στις ελπίδες και στα όνειρά μας. Καθώς υποδεχθήκαμε το νέο έτος, όλοι ευχηθήκαμε να είναι ευτυχισμένο, εξυψωτικό, σωτήριο για την αναστατωμένη εποχή μας. Συνάμα, όλοι ανανεώσαμε κάποιες αποφάσεις να δουλέψουμε για το καλό, κάτι να κάνουμε για να γκρεμισθούν πιά τ’ αδιέξοδα του αθεισμού και της υλοφροσύνης.
'Ωστόσο, σε κείνο το σημείο – ας το ομολογήσουμε – νιώσαμε δισταγμό. Μπροστά στο χείμαρρο του κακού, στις μεθυσμένες μάζες, στα παντοδύναμα ελκυστικά κέντρα που μεθοδεύουν τη σήψη, τι θα μπορέσω – ένας εγώ – να κάνω; «φωνή βοώντος εν τη ερήμω» θα γίνει η φωνή μου. «Φωνή βοώντος»… ῎Εχει καθιερωθεί πιά σαν παροιμία. «Τίποτε δεν μπορεί να γίνει».
Κι όμως. 'Η ίδια η φράση μας αφυπνίζει και μας ελέγχει. 'Εκείνη η πρώτη φωνή πως μπόρεσε κι έφερε χαλασμό; Πως μπόρεσε κι άνοιξε δρόμο στα δύσβατα, στις ψυχές, και πέρασε ο Μεσσίας με το φως Του;
Το μυστικό της βρισκόταν αναμφίβολα στα βάθη του είναι, όπου λαμπάδιαζε η Πίστη και η 'Αρετή. ῎Επειτα, προσέξτε και το άλλο. Τόσος κόσμος, που ήταν κρυμμένος; Σε ποια μυστικά φυλλοκάρδια είχε διασώσει την πίστη; 'Ακόμη και τελώνες και στρατευμένοι στους Ρωμαίους είχαν προστρέξει και ζητούσαν ταπεινά οδηγίες για μια θεάρεστη ζωή.
Ναί. Είναι κι αυτό κάτι πολύ αληθινό. 'Υπάρχουν ψυχές καλοπροαίρετες. Κρυμμένες μα πολλές! 'Υπάρχουν αδελφοί που περιμένουν. ῎Αν στη φωνή μας διαπιστώσουν ειλικρίνεια, ζήλο, πίστη φλογερή, ταπείνωση και καλοσύνη, θα τρέξουν ν’ ανταποκριθούν. Μην αμφιβάλλετε. Αυτό ψάχνουν. Γι’ αυτό περιμένοντας σιωπούν. ῞Ολοι είναι έτοιμοι ν’ ασπασθούν «την οδόν Κυρίου», γιατί όλοι καταλαβαίνουν ότι δεν είναι άλλη σαν κι αυτή…
'Οπότε… Μα δεν πρέπει να διστάζουμε! Θα υψώσουμε κι εμείς φωνή. Στο Σχολείο, στο Φροντιστήριο, στην Κοινωνία. Φωνή με λόγο αλλά και με χριστιανική ζωή.
Και τότε – να δείτε – θα γίνει ένα νέο ξεκίνημα, «αρχή του ευαγγελίου Ιησού Χριστού».
Θα συναχθούν πλήθος οι καλοπροαίρετες ψυχές. Και θα ’ναι ανοιχτός, έτοιμος πιά ο δρόμος για να περάσει 'Εκείνος, να μιλήσει με την πανσθενή Του Χάρη και να φέρει κάτι ολότελα καινούργιο και ωραίο στη νέα χρονιά. Στην ίδια τη ζωή μας.