της Σταυρούλας Κουμενίδου
Ο μικρός Νέστορας μπήκε στο σπίτι του ξαναμμένος και θυμωμένος.
– Δεν ξαναπαίζω με τον Αριστοκλή και τον Θεοδόσιο. Είναι δυο κακομαθημένα παιδιά, που όλο θέλουν να νικούν στους αγώνες δρόμου που κάνουμε. Μάλιστα ο Θεοδόσιος, τον είδα, θέλησε να μου βάλει τρικλοποδιά, για να πέσω και να καθυστερήσω! Δεν τον ένοιαζε καθόλου αν θα χτυπούσα πάνω στις πέτρες του δρόμου. Δεν τους ξαναπαίζω!
– Ω, καλέ μου Νέστορα, έλα να πλυθείς και να ξεκουραστείς. Θα σου ετοιμάσω και το δείπνο σου. Ύστερα ξανασκέφτεσαι όλα όσα συνέβησαν κι αν θέλεις τα συζητάμε. Έχω κι εγώ να σου πω κάτι πολύ ενδιαφέρον που άκουσα σήμερα από τη φίλη μου Μελιρρύτη.
– Καλά, θα ετοιμαστώ γρήγορα. Τι καλό θα μου φτιάξεις;
– Τι θα ΄λεγες για φακές πεντανόστιμες με ελιές και φρέσκια σησαμίδα; Τα έχω ήδη έτοιμα.
– Μητέρα, πραγματικά δεν βλέπω την ώρα να δειπνήσω!
Ο Νέστορας διηγήθηκε στη μητέρα του πώς πέρασε όλο το απόγευμα με τους φίλους του και τις αδικίες και τα μαλώματά τους. Εκείνη ήξερε πάντα να τον ηρεμεί. Του χάιδεψε απαλά το σγουρό κεφάλι και του είπε:
– Αύριο μην πας να παίξεις με τα παιδιά. Πήγαινε στην Αγορά, δίπλα στην διπλοκιόνεια στοά. Μου είπε η Μελιρρύτη πως εδώ και λίγες μέρες κάθε απόγευμα βρίσκεται εκεί ένα νεαρό παλικάρι, που το λένε Δημήτριο. Είναι αξιωματικός στον ρωμαϊκό στρατό. Αφού τελειώσει με τα γυμνάσια και τις ασκήσεις στους στρατώνες, κατεβαίνει στην Αγορά και μιλάει πολύ όμορφα σε μικρά παιδιά, σαν κι εσένα στην ηλικία. Τους μιλάει, λέει, για τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, τον Χριστό, που αναστήθηκε τρεις μέρες αφότου τον έθαψαν. Πήγε ο γιος της, ο Ιάσονας, και γύρισε ενθουσιασμένος. Αυτά που άκουσε ήταν απίστευτα, πρωτάκουστα. Πήγαινε, αν θέλεις, κι έλα να μου διηγηθείς ό,τι ακούσεις.
– Καλά, μητέρα μου! Θα πάω, για να γλιτώσω κι απ’ τους ζαβολιάρηδες φίλους μου.
………………………………………………………………………………………………
– Λοιπόν, Νέστορά μου, πες μου, τι άκουσες από τον Δημήτριο;
– Μητέρα, είμαι εντυπωσιασμένος! Δεν ξέρω τι να σου πρωτοπώ… Το πρώτο που θαύμασα ήταν η γλυκύτητα στο πρόσωπο του Δημητρίου. Δεν έχω δει πιο γαλήνιο και φωτεινό πρόσωπο. Έλαμπε σαν ήλιος και μιλούσε τόσο γλυκά και σίγουρα… Μας διηγήθηκε την ιστορία του Χριστού. Είναι ο Γιος του Θεού που ήρθε στη γη, έγινε άνθρωπος για να μας γλιτώσει από την αμαρτία και τον θάνατο. Μίλησε τόσο όμορφα στους ανθρώπους κι έκανε τόσα θαύματα! Θεράπευσε αρρώστους, έθρεψε πεινασμένους, έδωσε το φως σε τυφλούς, ανάστησε νεκρούς! Τόσο πολύ μας αγάπησε, που ανέβηκε για μας στον σταυρό. Μαρτύρησε για μας. Έχυσε το τίμιο αίμα Του. Τον κήδεψαν οι μαθητές Του νεκρό, καταβασανισμένο, και την τρίτη ημέρα, όταν πήγαν στο μνήμα για να αλείψουν το σώμα του με μύρα, όπως συνηθίζουν οι Εβραίοι, βρήκαν τον τάφο άδειο, τη βαριά πέτρα που κάλυπτε το άνοιγμά του πεταμένη πέρα. Κι ύστερα από λίγες ημέρες ο Χριστός εμφανίστηκε στους μαθητές ξανά και ξανά, τους ευλόγησε, τους μίλησε, τους έβαλε ν’ αγγίξουν τα χέρια Του που είχαν τα σημάδια από τα χοντρά καρφιά και την ξεσχισμένη Του πλευρά, τους ετοίμασε να φάνε… . Σαράντα μέρες μετά την ανάστασή Του, μπροστά στα μάτια τους αναλήφθηκε στους ουρανούς, αφού τους άφησε εντολή να διδάξουν σ’ όλα τα έθνη την Ανάστασή Του και να βαπτίσουν όσους θα πιστέψουν εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αυτό κάνει ο Δημήτριος, κηρύττει την Ανάσταση του Χριστού και ετοιμάζει όσους πιστεύουν σ’ αυτήν για το βάπτισμα. Κάθε μέρα θα πηγαίνω να τον ακούω. Νομίζω πως δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο, τίποτα που ν’ αξίζει περισσότερο.
– Να πηγαίνεις, παιδί μου. Έχω ακούσει κι εγώ για τον Χριστό. Οι μαθητές Του, οι Χριστιανοί, είναι άνθρωποι γεμάτοι αγάπη και χαρά. Πολλοί από αυτούς έχουν οδηγηθεί στον θάνατο για την πίστη τους. Καλούνται να αρνηθούν τον Χριστό για να κερδίσουν τη ζωή τους κι όμως δεν το κάνουν. Δε λογαριάζουν τον θάνατο του σώματος μπροστά σ’ αυτό που τους περιμένει κοντά στον Χριστό, χαρά κι ευφροσύνη αιώνια. Δεν θέλουν τίποτ΄ άλλο, ούτε όλα τα πλούτη του κόσμου ούτε την εύνοια του Αυτοκράτορα. Σίγουρα το κήρυγμα του Δημητρίου θα είναι μοναδικό και πολύ αληθινό. Μόνο, αν θέλεις, μην λες τίποτα στον πατέρα σου. Είναι πολύ προσκολλημένος στην πατροπαράδοτη λατρεία των ειδώλων. Δεν μπορεί ακόμη να καταλάβει την αλήθεια. Σεβάσου τον, αλλά κράτησε μυστικές τις επισκέψεις σου στον Δημήτριο.
– Πόσο διακριτική είσαι, μητέρα μου! Όλα τα σκέφτεσαι και τα προλαβαίνεις. Αλλά να ξέρεις, εμένα πού με χάνεις, πού με βρίσκεις, θα είμαι κοντά στον Δημήτριο.
…………………………………………………………………………………………………………
– Μητέρα μου, σήμερα συνέβη κάτι πολύ δυσάρεστο! Αναζήτησα, όπως κάθε απόγευμα τον Δημήτριο στη στοά δίπλα στην Αγορά αλλά δεν τον βρήκα. Ρώτησα κάποιους πλανόδιους πωλητές που συχνάζουν εκεί και μου είπαν πως χθες το απόγευμα τον συνέλαβαν οι στρατιώτες του Γαλέριου Μαξιμιανού και τον φυλάκισαν σ’ ένα δημόσιο λουτρό. Δεν ήξεραν ακριβώς πού. Τριγύρισα σ’ όλη την Αγορά. Άκουσα πολλές συζητήσεις γύρω απ’ αυτό το θέμα. Τελικά έμαθα πού τον έχουν φυλακισμένο και πήγα και τον βρήκα. Ο φύλακάς του μ΄ άφησε να μπω και να τον χαιρετίσω. Τον έχουν αλυσοδεμένο σαν κακούργο. Εγώ θύμωσα που τον είδα έτσι, αλλά εκείνος ήταν τόσο ήρεμος! Δεν στεναχωριέται, δεν φοβάται. Μόνο προσεύχεται κι ευχαριστεί τον Θεό για την αγάπη Του. Μου είπε πως ο Μαξιμιανός τον διέταξε να προσκυνήσει τα είδωλα, αλλά αυτός φυσικά αρνήθηκε. Πώς θα μπορούσε να προδώσει τον αγαπημένο του Ιησού και να προσκυνήσει τους ψεύτικους θεούς των Ρωμαίων! Δεν φεύγει από τον νου μου η εικόνα του φίλου μου, του Δημητρίου. Αλυσοδεμένος, αλλά τόσο χαρούμενος! Πώς είναι δυνατόν αυτό, μητέρα μου! Σίγουρα υπάρχει κάτι μέσα του, ασύγκριτα πιο υπέροχο και πιο θαυμάσιο από αυτό που βλέπουν τα μάτια μας εξωτερικά.
– Παιδί μου, Νέστορα! Θα σου ομολογήσω κάτι. Βλέπω πόσο σ’ έχει ωριμάσει η σχέση σου με τον Δημήτριο. Μπορώ να σου εμπιστευθώ το ακριβό μου μυστικό: Είμαι Χριστιανή, Νέστορα, εδώ και λίγο καιρό! Έχω βαπτισθεί και μπορώ να σου πω τι δίνει τόση δύναμη στον Δημήτριο. Η πίστη που έχει στον Χριστό είναι μια εσωτερική φλόγα, που τον ζεσταίνει και τον φωτίζει. Η φυλακή, τα δεσμά του, το μαρτύριο, στο οποίο ίσως υποβληθεί, είναι τιποτένια, είναι ασήμαντα μπροστά στην πίστη του και την αγάπη που έχει στον Χριστό. Εύχομαι να σ’ αξιώσει ο Θεός να «καείς» από τη φλόγα της πίστης.
-Μητέρα μου αγαπημένη! Πόσο χαίρομαι μ’ αυτό που ακούω. Τώρα εξηγώ τη στάση σου απέναντι στον Δημήτριο, αλλά και όλη σου τη διακριτική συμπεριφορά προς τον πατέρα, προς εμένα, προς όλους. Πιστεύω πως όποιος γίνεται Χριστιανός ζει σε μια άλλη πραγματικότητα. Οι καταστάσεις γύρω του δεν τον αγγίζουν. Ζει εσωτερικά. Έχει στην καρδιά του θεϊκή παρηγοριά και δύναμη. Πράγματι δεν εξηγείται αλλιώς η χάρη του Δημητρίου. Άραγε θα μ΄ αξιώσει ο Θεός να Τον γνωρίσω καλύτερα και να Τον κλείσω στην ψυχή μου;
………………………………………………………………………………………………
Ο Νέστορας όχι μόνο αξιώθηκε να γνωρίσει καλύτερα τον Χριστό, αλλά και να βαπτισθεί με το βάπτισμα του αίματος, δηλαδή του μαρτυρίου.
Σφάχθηκε στο στάδιο, αφού νίκησε με την ευλογία του Δημητρίου τον φοβερό μονομάχο Λυαίο, ενώ ο Δημήτριος λογχίσθηκε και παρέδωσε κι αυτός την τίμια ψυχή του στον Θεό, που τόσο αγάπησε.
Οι δυο νεαροί Θεσσαλονικείς Άγιοι μεσιτεύουν στον Κύριο για την αγαπημένη τους πόλη και τους πιστούς κατοίκους της. Ας τους παρακαλούμε πάντοτε να μεσιτεύουν και για μας.