Τετάρτη 30 Μαρτίου 2022

Σύγχρονες, ελεήμονες, οσιακές μορφές - μέρος 4ο - Γέροντας Τιμόθεος Τζανής· Ως αγρονόμος πλήρωνε τα πρόστιμα των πτωχών.

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας                                                                                      Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας

Ως λαικός, μικρό παδί, με το όνομα Κωνσταντίνος, ο Γέροντας Τιμόθεος δεν μπορούσε να νοιώθει χορτάτος, όταν οι άλλοι πεινούσαν. Αν και μικρός στην ηλικία, έδειχνε ώριμος στην χριστιανική συμπεριφορά. Η καρδιά του ξεχείλιζε από αγάπη, από συμπόνια, από συμπάθεια.


Ο μικρός Κωνσταντίνος ήταν ευθύς, ειλικρινής, γνήσιος. Ακολουθούσε μόνιμα τον δρόμο της συμπάθειας, τον δρόμο της αγάπης, αφού είχε πυξίδα του το Ευαγγέλιο της αγάπης, το οποίο προβάλλει τον Κύριό μας, την προσωποποίηση της αγάπης. Όπως συμβαίνει σε όλους μας, δεν είχε πάντοτε την ίδια δυνανότητα προσφοράς. Άλλοτε την είχε περισσότερο και άλλοτε λιγώτερο. Γνώριζε, όμως, ότι την πρόθεσή μας θέλει ο γλυκύτατος Ιησούς μας και αυτήν επαινεί, όπως επαίνεσε το δεκάλεπτο της χήρας, που αποτελούσε προιόν υστερήματος, περισσότερο από τις δωρεές που είναι προιόντα πλεονάζοντος πλούτου. Και ο Κωνσταντίνος έδινε αποστερώντας αγαθά από την οικογένειά του.

Στα δύσκολα χρόνια της κατοχής ο έφηβος Κωνσταντίνος δεν άντεχε να βλέπει την φτώχεια, την δυστυχία να απλώνει τα πέπλα της στο μικρό του χωριό. Πονούσε για τους συγχωριανούς του που υπέφεραν, που πεινούσαν.
Μια γειτόνισσα πολύ πτωχή δεν είχε ψωμί να θρέψει τα παιδιά της. Τα έβλεπε ο Κωνσταντίνος και μάτωνε η καρδιά του. Πως αυτός θα μιλούσε στα πεινασμένα παιδιά για Χριστό; Δεν θα είχε συνέπεια λόγων και πράξεων και δεν θα προσείλκυε παιδιά στην αλήθεια, στον Χριστό μας, εάν εκείνος χορτασμένος μιλούσε στα πεινασμένα παιδιά του χωριού του.  Έτσι, κρυφά από τους γονείς του έμπαινε στο σπίτι του και έπαιρνε από την σακκούλα το καύκαλο, το έκρυβε στον κόρφο του και τους το μοίραζε. Σημειωτέον ότι καύκαλο στην Κρήτη ονομάζεται το παραδοσιακό ψωμί, που έχει ζυμωθεί με προζύμι, και χωρίζεται στην μέση, ώστε να ξεραθεί καλά και να γίνει παξιμάδι. Να, άλλη μια απόδειξη ότι ο Γέροντας Τιμόθεος από τα παιδικά του χρόνια ήταν συντεταγμένος στην χορεία των δικαίων, των ελεημόνων. Δεν μας λέειο ίδιος ο Κύριος με την γραφίδα του προφητάνακτος Δαβίδ: «Εσκόρπισεν, έδωκε τοις πένησιν, η δικαιοσύνη αυτού μένει εις τον αιώνα»  (Ψαλμ. 111, 9);

Απ᾽ όπου κι αν πέρασε ο Κωνσταντίνος, άφησε φήμη όχι απλώς αγαθού, αλλά αγίου ανθρώπου για την αγάπη και τις ελεημοσύνες του. Χαρακτηριστικό είναι ότι, αν έπρεπε να καταδικάσει για ζημιά κάποιο φτωχό αγρότη η βοσκό,, ως αγρονόμος που ήταν πριν ιερωθεί, έβαζε μεν το κανονικό πρόστιμο, αλλά το πλήρωνε ο ίδιος!
Προς το τέλος της ζωής του ως Αρχιμανδρίτης Τιμόθεος θυμήθηκε ότι πιθανώς σε κάποιον άνθρωπο είχε βάλει πρόστιμο μεγαλύτερο απ᾽ ο,τι έπρεπε. Η λεπτότητα της συνειδήσεως του δεν το επέτρεπε να έχει  αδικήσει κάποιον κάνοντας χρήση της εξουσίας, αν είχε διαπράξει αδίκημα, αφού και τότε ο ίδιος πλήρωνε τα πρόστιμα των άλλων. Έτσι, κίνησε γη και ουρανό, για να τον βρεί. Ρώτησε, έδωσε λεπτομέρειες, έψαξε και τον βρήκε. Παρά τις αντιρρήσεις του, του έδωσε τόκους και την τιμαριθμική προσαρμογή θυμίζοντας μας τα λόγια του Ζακχαίου: «Ει τινός τι εσυκοφάντησα, αποδίδωμι τετραπλούν»(Λουκ. ιθ΄ 8).
Χαρακτηριστικά τόνιζε ο Γέροντας ότι η ελεημοσύνη που κάνουμε πρέπει να είναι αρκετή για την ικανοποίηση της ανάγκης του άλλου. Συνήθως εμείς με κάποια «ψυχία» προσφοράς, νομίζουμε ότι είμαστε ελεήμονες, ενώ αυτά που δίνουμε δεν καλύπτουν ούτε κατ’ ελάχιστο την ένδειά του. Έδινε ο Γέροντας το μεγαλύτερο μέρος του μισθού του σε ελεημοσύνη σύμφωνα με το ευαγγελικό «τω αιτούντί σε δίδου» (Ματθ. ε΄ 42), χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν εάν ο αιτών είχε πραγματική ανάγκη. Έλεγε:
-Την στιγμή που σου ζητάει, έχει ανάγκη· ταπεινώνεται.