Πέμπτη 2 Νοεμβρίου 2023

Αγωνίζεσθε!


Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας

Το διαμέρισμα της ευτυχίας βρίσκεται στον τελευταίο όροφο ενός ουρανοξύστη. 

Ενός ουρανοξύστη που, δυστυχώς, δεν έχει ασανσέρ. Όσοι επιθυμούν να γίνουν ένοικοί του, να το απολαύσουν οφείλουν να ανέβουν σε αυτό με τη σκάλα. Και η άνοδος είναι επίπονη και κοπιαστική. Χρειάζεται πολύ  επιμονή, πολύ υπομονή, πολύ αντοχή, ψυχική και σωματική, πολύ ιδρώτα, μεγάλη προσπάθεια. Κάποιοι τρέχουν για να προλάβουν, αλλά η καρδιά τους τους προδίδει. Δεν έχουν επίγνωση των δυνατοτήτων τους και είτε σταματούν στα μισά αποκαμωμένοι, είτε πεθαίνουν από ανακοπή καρδιάς. Άλλοι πάλιν ανεβαίνουν αργά και σταθερά, που σημαίνει ότι χρειάζεται πολύς χρόνος για το ανέβασμα, αφού γνωρίζουν τις δυνάμεις τους, αλλά, δυστυχώς, όταν κοντεύουν να φθάσουν και να το απολαύσουν, να ξεκουρασθούν, ο χρόνος της ζωής τους τελειώνει. Άλλοι το βλέπουν από το δρόμο, πελαγώνουν από το δυσαντίβλεπτο ύψος του ουρανοξύστη και δεν αποφασίζουν καθόλου τα ξεκινήσουν τον ανηφορικό αυτό Γολγοθά. Άλλοι τέλος μικροί και αδύναμοι κάνουν το σταυρό τους, επικαλούνται τη Θεία Χάρη και καταφέρνουν να φθάσουν στο τέρμα, όπου τους περιμένει η χαρά της επιτυχίας και η διαρκής ευτυχία.

Κάποτε πορευόμενος ο Χριστός μας για τα Ιεροσόλυμα δέχθηκε από κάποιον που τον ακολουθούσε την εξής ερώτηση: «Κύριε, ει ολίγοι οι σωζόμενοι; ο δε είπε προς αυτούς· αγωνίζεσθε εισελθείν διά της στενής πύλης· ότι πολλοί, λέγω υμίν, ζητήσουσιν εισελθείν και ουκ ισχύσουσιν» (Λουκ. ιγ΄ 24). Τον ρώτησε κάποιος αν θα είναι πολλοί αυτοί που θα σωθούν, αυτοί που θα καταφέρουν να ανεβούν τα σκαλοπάτια του ουρανοξύστη χωρίς ασανσέρ, για να νοικιάσουν το διαμέρισμα της επιτυχίας που φέρνει ευτυχία. Ο Χριστός μας δεν τους απάντησε αριθμητικά. Δεν τους είπε ούτε πολλοί ούτε λίγοι. Τους έδωσε ένα σύνθημα με την προστακτική του ρήματος αγωνίζομαι. Τους είπε: «Αγωνίζεσθε», δηλαδή προσπαθείστε. Μην αποθαρρύνεσθε αλλά και μην αμελείτε. Ένα μόνο να έχετε κατά νούν. Ότι μόνοι σας δεν θα τα καταφέρετε. Ζητήστε με και Εγώ θα σας βοηθήσω, για να ανεβήτε «επί πτερύγων ανέμων» (Ψαλμ. 104, 3). «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιωάν, ιε΄ 15). Και μην ξεχνάτε ότι ο καθημερινός σας αγώνας, η εργασία σας είναι αυτή που θα σας ανταμείψει, που θα σας οδηγήσει στην επιτυχία και την ευόδωση του τελικού σας στόχου. Επιτυχία όμως χωρίς εργασία δεν νοείται. Μόνο στα λεξικά προηγείται η επιτυχία της εργασίας. Στην πράξη αν δεν εργασθείς, αν δεν αγωνισθείς δεν επιτυγχάνεις. 

Μας προτρέπει ο Κύριός μας να αγωνιζόμαστε και μόνο τα αγωνιζόμαστε. Να αγωνιζόμαστε «τον καλόν αγώνα της πίστεως» (Α΄ Τιμ. στ΄ 12)  και να μην ενδιαφερόμαστε για την επιτυχή έκβαση του αγώνος μας. Αυτή να την αφήσουμε σε Εκείνον. Καθήκον και υποχρέωσή μας είναι να αγωνιζόμαστε. Αποτελεί καθήκον Χριστιανικό αλλά και προσωπικό του κάθε ενός μας, που θέλει στη ζωή του να επιτύχει κάτι, να αφήσει κάτι στις επιγενόμενες γενιές.

Ρώτησε κάποτε ένας γέροντας ασκητής το ακροατήριό του: Πέστε μου, που βρίσκονται περισσότερες ψυχές στην κόλαση η στον Παράδεισο; Τότε οι περισσότεροι με σιγουριά του απάντησαν. Μα στην κόλαση, αφού όλοι είμαστε αμαρτωλοί, όλοι πέφτουμε στις παγίδες του διαβόλου και μας παρασύρει στη γέενα του πυρός. Ο γέροντας γέλασε και με περισσότερη σιγουριά, σιγουριά που του έδινε η ακράδαντη πίστη του στο Θεό μας, τους απάντησε. Κάνετε λάθος. Περισσότεροι βρίσκονται στον Παράδεισο. Ο Θεός μας, ως φιλάνθρωπος βρίσκει τρόπους να μας πάρει μαζί Του. Μήπως Αυτός δεν μας είπε ότι θέλει «πάντας ανθρώπους σωθήναι» (Α΄ Τιμ. β΄ 4); Αυτός δεν είναι ο ελεήμων Χριστός, το έλεος του οποίου τρέχει ξωπίσω μας, για να μας σώσει από την απώλεια, όπως ακούμε το Δαβίδ να του λέει: «Το έλεός σου, Κύριε, καταδιώξει με πάσας τας ημέρας της ζωής μου» (Ψαλμ. κβ΄ 6). Αυτός δεν είναι ο φιλάνθρωπος του οποίου, όπως μας διαβεβαιώνει ο Αδελφόθεος Ιάκωβος «κατακαυχάται έλεος κρίσεως» (Ιάκ. β΄ 13), δηλαδή υπερνικά το έλεός του τη δίκαιη και αδέκαστη κρίση Του;

Μη λησμονούμε, αδελφοί μου, ότι «εξ έργων νόμου ου δικαιωθήσεται πάσα σαρξ» (Ρωμ. γ΄ 20), αλλά ο δίκαιος «εκ πίστεως ζήσεται»  (Ρωμ. α΄ 17). Δεν σωζόμαστε με τα έργα μας, αλλά με την πίστη μας. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι είμαστε οκνοί, ότι ραθυμούμε και περιμένουμε το χέρι του Θεού να έλθει, να μας σώσει. Αν έτσι πολιτευόμαστε τότε δεν πιστεύουμε. Τότε είμαστε δούλοι πονηροί και θα μας στείλει ο Θεός μας στο πυρ το εξώτερο.  Τι οφείλουμε να κάνουμε στη ζωή μας. Μα, να αγωνιζόμαστε, όπως Εκείνος μας παρότρυνε και διαρκώς μας παροτρύνει λέγοντας «Αγωνίζεσθε» (Λουκ. ιγ΄ 24). Και ο αγώνας μας που σύγκειται στο συνδυασμό εργασίας και προσευχής θα είναι ευλογημένος και με τη χάρη του Θεού χωρίς ασανσέρ θα ανεβούμε στον ουρανοξύστη της επιτυχίας, για να κατοικήσουμε στο διαμέρισμα της ευτυχίας, στο διαμέρισμα που μας έχει ετοιμάσει, για να χαιρόμαστε αιώνια μαζί Του.
 
Ας προσέξουμε όμως, γιατί εργασία χωρίς προσευχή σημαίνει αυτονόμηση, σημαίνει άκρατο εγωισμό, ο οποίος οδηγεί στην καταστροφή, όπως τους εργάτες του πύργου της Βαβέλ. Η προσευχή και η επίκληση του ονόματος του Θεού μας δροσίζει με τη Θεία Του Χάρη και όχι μόνο μας φέρνει στην επιτυχία, αλλά και στον Παράδεισο.
   

Κάποτε ήταν ένας Γέροντας ασκητής που διαρκώς έλεγε τη νοερά προσευχή. Το «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» δεν έλλειπε από τα χείλη του. Όταν έφθασε στο τέλος της ζωής του έλεγε στους συνασκητές του: Αδελφοί, δεν ξέρω αν θα σωθώ! Δεν έχω χέρια γεμάτα να παρουσιασθώ στο Θεό μου. Τον αγάπησα όμως με όλη τη δύναμη της ψυχής μου και θα συνεχίσω να επαναλαμβάνω το «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» ακόμη και αν βρεθώ στον Άδη. Τότε, όμως του λένε οι συνασκητές του, δεν θα έχεις σωθεί. Θα είσαι στα χέρια των δαιμόνων, οπότε ποια αξία θα έχει να προσεύχεσαι; Και εκείνος με την απλοική του πίστη τους είπε: «Μα, θα εκνευρίσω τους δαίμονες, που δεν μπορούν τα ακούνε το όνομα του Χριστού μας και θα μου πούν: «Αι στον Παράδεισο να ησυχάσουσε από σένα». Έτσι θα με σώσει και μένα ο Κύριος.
   

Βλέπετε, αδελφοί μου, η εργασία και η προσευχή όχι μόνο δεν πηγαίνουν χαμένα, αλλά μας οδηγούν ασφαλέστατα και στο διαμέρισμα της αιώνιας ευτυχίας, της Βασιλείας των Ουρανών.