Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2021

ΛΟΓΟΙ ΔΙΔΑΧΗΣ ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗ - ΠΡΟΣΕΥΧΗ (Β΄ ΜΕΡΟΣ)

Στο σπίτι μας παραπάνω καθόταν ένας καλόγηρος και, κρίσις Θεού, ήτανε δαιμονισμένος. Οι γέροι δεν μπορούσαν να έρχονται κάτω στο σπίτι μας, να μεταλάβουν, και πήγαινα εγώ στο σπίτι τους απάνω, που είναι ο πάτερ-Γεδεών εκεί απάνω, και τους μετελάμβανα. Πήγαινα στο Ιερό, έβγαζα το Αρτοφόριο, ερχόντουσαν οι γέροι στην Ωραία Πύλη εκεί και τους μετελάμβανα. Αυτός μού 'λεγε: «Ο διάβολος εκεί κάθεται στην άκρη, στη Λιτή». Του λέω: «Τον βλέπεις;» «Τον βλέπω», λέει. Και ο ίδιος έλεγε ότι: «Όταν λέω την ευχή ταράττεται ο διάβολος, όταν λέω δεύτερη φορά αφρίζει· την τρίτη ευχή άφαντος γίνεται!» Να η δύναμις της ευχής. Αυτό που λένε τα βιβλία μας ότι:

-Παιδί μου, λέει ο Γέροντας, πες την ευχή.

-Μα λέω και δεν καταλαμβάνω τίποτες.

-Δεν καταλαμβάνεις, λέει, εσύ, αλλά ο διάβολος καταλαμβάνει και φεύγει.

Να, σ' αυτόν τον καλόγηρο.

Α, να πούμε και τον άλλο με το καλάθι.

Ένας υποτακτικός, σαν ο Γέροντας τώρα, λέει τον πατερ-Αρσένιο:

-Λέγε την ευχή.

-Λέω την ευχή, δεν καταλαμβάνω τίποτε.

-Ο διάβολος καταλαμβάνει και φεύγει.

-Ε, και πού θα καταλάβω εγώ;

-Ε, καλά, παιδί μου, θέλεις να δεις θαύμα;

-Ναί, θαύμα θέλω να δω, Γέροντα.

-Καλά, του λέει, θα προσευχηθώ στο Θεό να σου δείξει θαύμα, να καταλάβεις πόση δύναμη έχει η ευχή. (Τα γράφουν τα πατερικά βιβλία).

-Καλά.

Έκανε προσευχή ο Γέροντας, έκανε και νηστεία, τριήμερο νηστεία.

-Έλα εδώ, παιδί μου, τώρα, πάρε το καλάθι, πήγαινε απάνω στη βρύση να το γιομίσεις νερό.

-Γέροντα, με συγχωρείς, εγώ, λέει, τα μυαλά μου τά 'χω, το καλάθι θα γιομώσω νερό έξω;

-Καλά, παιδί μου, δεν είπες ότι θέλεις να δεις θαύμα; Να δεις τι δύναμη έχει η ευχή; Δεν θέλεις;

-Ναί, λέει.

-Ε, κάνε αυτό που σου λέω, αλλά θα λες την ευχή, όλο την ευχή θα λες.

-Νά 'ναι ευλογημένο.

Πάει. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», βάζει το καλάθι στη βρύση από κάτω. Το νερό γιομίζει το καλάθι, δεν τρέχει το καλάθι, αλλά λέει την ευχή. Εννοείται ο Γέροντας στο δωμάτιο προσηύχετο να του δείξει ο Θεός θαύμα στον παραγυιό του. Το γιόμωσε το καλάθι.

Μόλις το είδε, τρέχει λοιπόν να το δείξει στον Γέροντα.

«Γέροντα, γιόμωσε το καλάθι νερό!» Στο δρόμο λοιπόν φανερώνεται ο διάβολος με μορφή ανθρώπινη, λέει:

-Καλόγερε, πού πας;

-Πάω στον Γέροντά μου.

-Πώς σε λένε;

-Γεώργιο.

-Πόσα χρόνια έχεις καλόγερος;

-Πέντε-έξι.

-Τι δουλειά κάνεις;

-Σφραγίδια.

Πάει, έφυγε το νερό κάτω! Έπιασε την αργολογία, άφησε την ευχή, πήγε στον Γέροντα με άδειο το καλάθι!

-Τι συμβαίνει, παιδί μου;

-Γέροντα, έτσι κι έτσι.

-Άφησες την ευχή, παιδί μου, γι' αυτό έφυγε το νερό. Βλέπεις όταν έλεγες την ευχή, το καλάθι κρατούσε το νερό, όταν σταμάτησες κι άρχισες την αργολογία, έφυγε το νερό.

Και ο Θεός μας δοκιμάζει καμιά φορά να μας ξυπνήσει, να πούμε. Σου στέλνει έναν πειρασμό ο Θεός, ο Θεός θέλει να σε ξυπνήσει, μην κοιμάσαι· μην κοιμάσαι, λέγε την ευχούλα.

 

Και ο άνθρωπος, όταν προσεύχεται εις το Θεό, απορροφά, τρόπον τινά, τις ιδιότητες του Θεού. Ο Θεός, να πούμε, είναι αγαθός, δεν οργίζεται, μακροθυμεί. Και 'συ μετά την προσευχή, σού 'ρχεται ένα τέτοιο πράγμα, μακρόθυμος, ό,τι να σου κάνει ο άλφα, ο βήτα, δεν πειράζει, ε, δεν πειράζει αυτό. Επειδή η χάρις σε χαρίτωσε. Θα σε κάνει κατόπιν, πώς να πούμε, πάντα προσευχόμενον. Ναι. Επήρες αυτή την ιδιότητα, προσευχόμενος εις το Θεό, την πήρες αυτή την ιδιότητα του Θεού.

 

Ό,τι ο Γέροντας μας παρέδωσε, αλλά και οι νηπτικοί Πατέρες στη Φιλοκαλία που γράφουν, και ό,τι η μικρή μας πείρα μας δίδαξε, η καλυτέρα προσευχή γίνεται νύχτα.

 

Όταν ξυπνήσουμε το βράδυ και βολιδοσκοπήσουμε την ψυχή μας ότι ρέπει προς τη λύπη, τότες θα φέρουμε θεωρίες θλιβερές. Εγώ στο κελλάκι μου όταν βρίσκομαι και ξυπνάω, φέρνω μία θεωρία ότι πέθανα, μου έκαναν ανακομιδή οι πατέρες και φέραν ένα καλάθι μπροστά στο τραπέζι. Εκεί είναι τα κόκκαλά μου, εκεί είναι και η νεκροκεφαλή, η κάρα που λέμε. Δεν μου λες εσύ, παπα-Εφραίμ, τώρα που βρίσκεσαι; Βρίσκεσαι στον παράδεισο; Καλώς. Αν βρίσκεσαι στην κόλαση, τότες άρχισε από τώρα και κλαίγε και θρήνησε ότι είσαι ανάξιος της αποστολής σου, να πούμε. Κι από 'κει έρχονται οι διάφορες έννοιες, θεωρίες και προβιβάζεται η ψυχή, τρόπον τινά, από λίγη κατάνυξη σε μεγαλυτέρα, σε μεγαλυτέρα.

Όταν από την άλλη πλευρά έχει η ψυχή χαρά, φέρνουμε θεωρίες χαροποιές. Το κυριότερο, να πούμε, η χαροποιά θεωρία είναι στη σοφία του Θεού. «Εμελέτησα εν πάσι τοις έργοις Σου, εν ποιήμασι των χειρών Σου εμελέτων» (Ψαλμ. 142, 5).

Όταν φέρουμε τη δημιουργία του Θεού, με τι σοφία το έκανε αυτό ο Θεός όλο, δεν μπορεί παρά ο νους προβιβάζεται σε ανωτέρα θεωρία, σε ανωτέρα θεωρία και θαυμάζει και εκπλήττεται τη σοφία του Θεού, την αγάπη, την οποία έχει ο Θεός, ότι εδημιούργησε όλο το σύμπαν και τελευταία έκανε τον άνθρωπο. Αφού τα έκανε όλα, τελευταίον έκανε τον άνθρωπο. Βασιλέα της κτίσεως. Από 'κει θά 'ρθουν όλες οι θεωρίες οι χαροποιές.

 

Τώρα ο αδερφός λέει στην εκκλησία. Το ίδιο είναι και στην εκκλησία. Αν μεν έχεις κατάσταση, μπορείς να πεις την ευχούλα. Όταν δεν έχεις, τότες θα παρακολουθήσεις τα ψαλσίματα, τα διαβάσματα, τα οποία ακούω εκεί στο αναλόγιο. Καθώς και στη Λειτουργία, έτσι είναι. Και στη Λειτουργία πολλές φορές ο άνθρωπος έρχεται σε έκσταση, δεν ακούει εκείνα τα λόγια, όχι μάλλον δεν ακούει, μεταποιεί, θεοποιεί τα λόγια. «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε». Πού πηγαίνεις; Να πάρεις τον Θεό. Τότες χαίρεσαι. Εάν μεν έχει προηγηθεί η χαρά, δεν μπορείς παρά με δάκρυα να προσέλθεις· δάκρυα χαράς, να προσέλθεις να μεταλάβεις. Όταν έχουν προηγηθεί δάκρυα λύπης: «Θεέ μου, συγχώρησέ μου τας αμαρτίας μου. Εις το έλεός Σου, εις την ευσπλαγχνία Σου, στην αγάπη Σου. Μας το είπες ότι "Θεός οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος" (Έξ. 34,6). Μας το είπες. Εκεί στηρίζομαι και προσέρχομαι αναξίως». Ουδείς άξιος, λέει και ο ιερεύς όταν προσεύχεται. Και εκεί περισσότερο στηρίζεσαι και προσέρχεσαι...

Να σας πω, πολλοί από τους πατέρας τους Κατουνακιώτας, πολλοί που ερχόντουσαν να μεταλάβουν, δεν άκουες τίποτες, μόνο έβλεπες τα δάκρυα που έτρεχαν και τους μετελάμβανες. Ε, ο γέρος αυτός, να πούμε, όλη τη Λειτουργία δεν μιλούσε καθόλου, αλλά ήτανε σκυμμένος και τώρα, είτε σε θεωρία ερχότανε, είτε σε βαθυτέρα έννοια της ευσπλαγχνίας του Θεού. Διότι δωρεάν βαπτιστήκαμε, δωρεάν μας έδωσε το βάπτισμα, δωρεάν μας έδωσε το Σώμα Του και το Αίμα Του, δωρεάν μας δίδει και τον Παράδεισο. Δεν πληρώνουμε τίποτες.

Ο Θεός μας θέλει καρδίαν καθαράν. Να προσέχουμε μόνο στο Θεό. Ο Θεός δεν θέλει μέσα στην καρδιά μας συντροφιές, θέλει μόνον Αυτός να βασιλεύει. Αν μπορούμε να το πετύχουμε, τότες πετυχαίνουμε και εύκολα την καρδιακή προσευχή.

 πηγή