Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2022

Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης, Η απλόχερη και διακριτική ελεημοσύνη του...

 (Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Ελεήμων στο έπακρο

Μαρτυρία ιερομόναχου Ιακώβου:
Ο Γέροντας [ο άγιος Ιάκωβος (Τσαλίκης)] έλεγε ότι πρέπει να κάνωμε αγόγγυστη ελεημοσύνη και το εφάρμοζε ο ίδιος: Όταν ήταν άρρωστος, στο Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών, έρχονταν πολλοί να τον δουν, να πάρουν ευλογία και φυσικά άφηναν και κάποια χρήματα στον Γέροντα «για τις ανάγκες», όπως έλεγαν.

Όταν του έδιναν κάποιο φακελάκι με χρήματα δεν το έπαιρνε, έλεγε «αστό, πάτερ μου, μεσ’ στο κομοδίνο, εμείς είμαστε καλόγεροι, να μην λένε ότι ζητάμε χρήματα και έχομε φιλαργυρία».

Ένα απόγευμα, μου λέει ο Γέροντας:
– Π. Ιλαρίων, πάμε ’δω δίπλα να δούμε τους ασθενείς, να εφαρμόσωμε και αυτό που λέει το Ευαγγέλιο της Κρίσεως.
– Να ’ναι ευλογημένο, Γέροντα, πάμε.
– Μόνο, πάρε μέσα από το κομοδίνο τα 5-6 φακελάκια, να τα δώσωμε στους ασθενείς, γιατί έχουν ανάγκη, είναι ψυχές φτωχές και πονεμένες.
– Γέροντα, λέω, όλα η να κρατήσω ένα η δύο;
– Όλα, Ιλαρίωνά μου. «Ιλαρόν γαρ δότην αγάπα ο θεός».

Πήγαμε δίπλα σε δύο θαλάμους, τους μίλησε, τους σταύρωσε, ευχήθηκε περαστικά και, διακριτικά χωρίς να τον πάρουν είδηση, έβαλε κάτω από το μαξιλάρι μερικών από ένα φακελάκι και φύγαμε.

Μετά, αφού επιστρέψαμε στον θάλαμο, ήλθε κάποια κυρία και λέει:
– Γέροντα, ευχαριστώ για όσα κάνατε.
– Δεν έκανα τίποτα, τέκνον μου, απλά μία ευχή
και μία δέηση για ταχεία ανάρρωση.
– Όχι, Γέροντα, για τα χρήματα που μας βάλατε στο μαξιλάρι.

Τότε ο Γέροντας ανασηκώθηκε, όπως ήταν στο κρεββάτι, και λέει: «Άκου, τέκνον μου, εγώ δεν έκανα τίποτα. Μπορεί οι νοσοκόμες που καθάριζαν, να τις δώσανε κάτι και κατά λάθος την ώρα που έβαλε το μαξιλάρι να έβαλε και το φακελάκι, εγώ δεν γνωρίζω. Κράτησέ το και, αν έλθη και το ζητήση, δώστο, αν όχι, κράτησέ το. Εγώ είμαι καλόγερος και δεν έχω χρήματα».

Έτσι αναπαύτηκε η κυρία και ο Γέροντας πήρε το μισθό της κρυφής ελεημοσύνης.

Άλλη φορά -ήμουν παρών ως μοναχός- πήρε κάποιο φάκελο στα χέρια του από κάποιο προσκυνητή, με αρκετά χρήματα. Μετά έρχεται κάποιος ιερομόναχος π. Παύλος και του δίνει τον φάκελο να τον δώση σε κάποιο άρρωστο παιδί, που θα πήγαινε στο εξωτερικό για εγχείρηση.
– Γέροντα, λέω, μήπως είναι πολλά και πρέπει να κρατήσετε κάτι;
– Όχι, πάτερ μου, ο άγιος Δαυίδ θα τα φέρη διπλάσια.

Και όντως μετά από δύο κιόλας ώρες, ήλθε κάποιος αφήνοντας στον Γέροντα μία επιταγή με διπλάσιο ποσό από αυτό που έδωσε ο Γέροντας.

Ο Γέροντας συγκινημένος, με δάκρυα στα μάτια σηκώνεται, πάει στην εικόνα του αγίου Δαυίδ, γονατίζει και ευχαριστεί τον Άγιο για το καθημερινο θαύμα της ελεημοσύνης.

Από το βιβλίο, ο «Γέρων Ιάκωβος, Διηγήσεις, νουθεσίες, μαρτυρίες» των εκδόσεων Ενωμένη Ρωμηοσύνη.

πηγή